Η πολιτική τής Κυβέρνησης «στραγγαλίζει» τα Πανεπιστήμια
Συνέντευξή μου στον «Flash TV» τής Κοζάνης, στον δημοσιογράφο Θεόδωρο Καρυπίδη
-Ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί να απλοποιήσει μια σύνθετη συζήτηση σχετικά με τα Πανεπιστήμια. Διότι, αν μιλάμε για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν 4 είδη Πανεπιστημίων. Τα κρατικά, τα δημόσια, τα κερδοσκοπικά και τα μη κερδοσκοπικά. Τα δύο τελευταία, ανήκουν στην ιδιωτική σφαίρα, ενώ τα δύο πρώτα, στη δημόσια. Η μεγάλη μεταρρύθμιση που χρειάζεται η τριτοβάθμια Παιδεία είναι να γίνουν τα κρατικά Πανεπιστήμια, δημόσια. Δηλαδή, να μην εξαρτώνται από το Υπουργείο, αλλά να δημιουργούν τις δικές τους συνθήκες, να συνεργάζονται με την τοπική κοινωνία και να μπορούν να συμμετέχουν στη διαμόρφωση μιας τοπικής πολιτικής. Σήμερα, αυτό δεν είναι υφίσταται, διότι τα Πανεπιστήμια εξαρτώνται από το Υπουργείο Παιδείας και λογοδοτούν σε αυτό. Το δεύτερο που πρέπει να γίνει, πριν ανοίξουμε οποιαδήποτε άλλη συζήτηση, είναι να διασφαλίσουμε έναν φορέα που θα εγγυάται την ποιότητα τής Παιδείας που προσφέρουν αυτά τα Πανεπιστήμια. Ακόμα και τα κρατικά, τα δημόσια Πανεπιστήμια και πολύ μετά να αρχίσουμε να ανοίγουμε δειλά την πόρτα, στα μη κερδοσκοπικά. Διότι, τα μη κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια, που επικαλείται η Κυβέρνηση -κατά καιρούς- ως εξαιρετικά, Πανεπιστήμια τής Αμερικής ή τής Ευρώπης, όταν λένε: «τι ωραία που θα ήταν να είχαμε αυτά τα Πανεπιστήμια στην Ελλάδα», δεν είναι κερδοσκοπικά. Δηλαδή, η Παιδεία που προσφέρουν είναι ανώτερη των διδάκτρων που ζητούν. Αυτού του είδους τα Πανεπιστήμια, επιθυμούμε να έρθουν στην Ελλάδα και την εμπειρία όσων σπούδασαν στο εξωτερικό, μακάρι να τη ζήσουν και τα παιδιά στην Ελλάδα, αυτό όμως δεν σημαίνει πως πρέπει να ανοίγεις στον κάθε έναν την πόρτα να ονομάσει ένα ίδρυμα Πανεπιστήμιο και να δώσει ένα πτυχίο. Χρειάζεται προσοχή, οφείλουμε στοχευμένα να δούμε πώς προχωράει αυτή η κατάσταση και αν είναι προς τη σωστή κατεύθυνση και αναβαθμίζει την Παιδεία τής χώρας μας.
-Η πολιτική τής Κυβέρνησης στραγγαλίζει ήδη τα Πανεπιστήμια, δεδομένου πως δεν επενδύει στην Παιδεία, πως δεν έχει ανεξάρτητα Πανεπιστήμια τα οποία μπορούν να αποφασίζουν μόνα τους για το πώς θα λειτουργήσουν, πώς να παρέχουν στους φοιτητές τους την πιο σύγχρονη Παιδεία, όταν έχει Πανεπιστήμια που για κάθε απόφαση πρέπει να καλούν τον Υπουργό και να παρακαλούν. Η ελληνική δημόσια Παιδεία έχει στραγγαλιστεί ήδη από την ίδια την Κυβέρνηση και συχνά βλέπουμε αυτό το φαινόμενο, με την Κυβέρνηση να απαξιώνει ένα δημόσιο αγαθό με σκοπό τελικά να ιδιωτικοποιήσει την υπηρεσία. Για εμάς, στο ΠΑΣΟΚ, η πορεία πρέπει να είναι η αντίθετη. Το πρώτο βήμα, είναι να ενδυναμώσουμε με κάθε τρόπο το δημόσιο Πανεπιστήμιο και να γίνει από κρατικό, δημόσιο. Να τεθούν στάνταρ ποιότητας, τα οποία πρώτα θα διασφαλίσουν ότι λειτουργούν στη δημόσια Παιδεία και έπειτα να ανοίξει το «παράθυρο», ξεκινώντας από τα Πανεπιστήμια που προσφέρουν καλύτερης ποιότητας Παιδεία από τα δίδακτρα τα οποία χρεώνουν. Το πιο γνωστό ιδιωτικό κερδοσκοπικό Πανεπιστήμιο ήταν το Πανεπιστήμιο Trump στην Αμερική, το είχε ιδρύσει ο πρώην Πρόεδρος της Αμερικής και φαλίρισε, διότι δεν μπορούσε να αντέξει το κόστος τής υπηρεσίας που προσέφερε. Οφείλουμε να κάνουμε τα πρώτα βήματα προσεκτικά και με έναν τρόπο που να αναβαθμίζουν τη δημόσια Παιδεία και όχι απλώς να κάνουμε κινήσεις εντυπωσιασμού, οι οποίες δεν θα έχουν τελικά το αποτέλεσμα που επιθυμούμε.
–Η Κυβέρνηση αποφάσισε να κάνει το θέμα των ομόφυλων ζευγαριών κεντρικό για να διχάσει τον κόσμο για να κρατήσει την προσοχή μακριά από την ακρίβεια, η οποία διαλύει τα ελληνικά νοικοκυριά, να αποπροσανατολίσει από θέματα όπως τις ιδιωτικοποιήσεις που συμβαίνουν σήμερα, για τις οποίες δημιουργούνται πολλά ερωτηματικά, αλλά και θέματα όπως τα διεθνή, στα οποία είναι ευάλωτη. Είναι μια τακτική που ακολουθούν αρκετές Κυβερνήσεις, αλλά που τελικά δημιουργεί στις ίδιες πρόβλημα και όχι στην αντιπολίτευση.
-Ο κ. Μητσοτάκης ό,τι μπορούσε να κερδίσει από το κέντρο, το κέρδισε και τώρα κάνει κινήσεις, είτε για να το διατηρήσει, είτε για να δημιουργήσει το προφίλ ενός μεταρρυθμιστή ηγέτη στην Ευρώπη. Δεν αντιλαμβάνεται όμως ότι ενώ κάτι τέτοιο στην Ευρώπη θεωρείται μεγάλη μεταρρύθμιση, στην Ελλάδα είναι ένα θέμα το οποίο αφορά μια μικρή ομάδα ανθρώπων, παρόλα αυτά είναι δικαιωματικό και είναι σημαντικό. Άρα, χρησιμοποιεί περισσότερο την Ελλάδα σαν έναν χώρο για να αναδείξει το δικό του προφίλ, παρά σαν έναν τόπο ο οποίος είναι ανάγκη να προχωρήσει μπροστά. Διότι, αν αυτό ήταν το σκεπτικό του, θα το προχωρούσε με άλλους όρους και όχι με αυτόν τον διχαστικό τρόπο με τον οποίο το έχει κάνει.
-Σε ό,τι αφορά τις δημοσκοπήσεις να θυμίσω πως η δεύτερη Κυβέρνηση Μητσοτάκη, θυμίζει περισσότερο την δεύτερη Κυβέρνηση Καραμανλή. Η πρώτη Kυβέρνηση Μητσοτάκη, ήρθε με φρέσκα πρόσωπα, έτοιμα Nομοσχέδια, με μια διάθεση ανατρεπτική, πέτυχε στον Έβρο, πέτυχε στην ψηφιοποίηση και αυτά της δημιούργησαν ένα προφίλ μεταρρυθμιστικής Κυβέρνησης. Η δεύτερη τετραετία όμως τού Κυριάκου Μητσοτάκη ξεκίνησε με έλλειψη συντονισμού στη Θεσσαλία, με τεράστιες αλληλοκατηγορίες μεταξύ των Υπουργών, με έναν πάγκο ο οποίος είναι ρηχός και ανακυκλώνονται τα ίδια πρόσωπα, κουρασμένα πρόσωπα, κουρασμένοι Υπουργοί και κουρασμένη Κυβέρνηση. Μοιάζει, λοιπόν, με την δεύτερη Κυβέρνηση Καραμανλή, διότι και εκείνη ήταν μια κουρασμένη Κυβέρνηση, το είχε πει άλλωστε και με ακριβώς αυτά τα λόγια ο κύριος Καραμανλής και χρησιμοποίησε μια φράση μόνο, «το νόμιμο και ηθικό» για να καταρρεύσει. Παράλληλα, υπάρχει μια αντιπολίτευση η οποία χτίζει το δικό της αφήγημα. Τώρα το ερώτημα που προκύπτει είναι, θα το χτίσουμε μαζί με τα άλλα κόμματα ή θα το χτίσουμε μόνοι μας. Η οποιαδήποτε συνεργασία κομμάτων μπορεί να γίνει μόνο στη βάση, δηλαδή να ξεκινήσει με τα θέματα τα οποία απασχολούν τοπικές κοινωνίες, ομάδες, κάποιες ομάδες οι οποίες σήμερα είναι στο περιθώριο και επάνω σε αυτό να χτιστεί μια συνεργασία που θα πάει πιο ψηλά. Η περίπτωση να βρεθούν οι 2 αρχηγοί μέσα σε ένα κλειστό δωμάτιο και να βγάλουν μια ατζέντα που αύριο θα κερδίσει την ατζέντα του κυρίου Μητσοτάκη, θεωρώ πως είναι μια άγονη διαδικασία.
–Η αυτοδιοίκηση είναι καλό παράδειγμα, διότι, με τον κ. Ηλιόπουλο που ήταν ο υποψήφιος Δήμαρχος Αθήνας με τον ΣΥΡΙΖΑ, την ίδια εποχή που ήμουν και εγώ υποψήφιος, είχαμε μια εξαιρετική συνεργασία. Είχαμε φέρει πρωτοβουλίες μαζί στον Δήμο της Αθήνας, όπως για παράδειγμα τη μείωση των δημοτικών τελών. Η ίδια συνεργασία οδήγησε μετά και στη νίκη του κ. Δούκα και την πτώση του κ. Μπακογιάννη.
Το ίδιο συνέβη και στη Θεσσαλία και σε άλλα μέρη αλλά και σε μικρότερους δήμους, όπως και στον Δήμο Βύρωνα. Αυτό είναι ένα άλλο επίπεδο και σε αυτό πρέπει να συνεχίσουμε με κάθε ένταση τις προσπάθειες για συνεργασία. Άλλο είναι όμως το επίπεδο για το πώς βλέπει το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Μια σύγκριση των δικών μας Νομοσχεδίων με αυτά του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί απόδειξη πως εμείς προσπαθούσαμε συνέχεια να οδηγήσουμε στη χειραφέτηση της τοπικής αυτοδιοίκησης, να τής δώσουμε δύναμη στις τοπικές κοινωνίες, στις δημοκρατικές διαδικασίες. Αντίθετα, το Νομοσχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ήταν ένα Νομοσχέδιο χειραγώγησης και είχαμε αντιταχθεί σε αυτό.
-Ο λογαριασμός δεν «βγαίνει» ούτε καν αν προσθέσεις τα ποσοστά των δύο κομμάτων που υπάρχουν σήμερα. Ο λογαριασμός «βγαίνει», όταν οι πολίτες συσπειρώνονται γύρω από ένα όραμα. Τελευταία φορά που συνέβη αυτό με το ΠΑΣΟΚ ήταν ένα όραμα το οποίο είχε εκφράσει ο Ανδρέας Παπανδρέου, που μιλούσε ουσιαστικά για την απελευθέρωση της Ελληνίδας και του Έλληνα. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί τον εαυτό του μέρος τής κεντροαριστεράς, τότε οι θέσεις τις οποίες πρέπει να αναπτύξει οφείλουν να είναι πιο κοντά σε αυτό το πλαίσιο με το οποίο ορίστηκε ο Σοσιαλισμός στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Διότι, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει και κομμουνιστογενείς ρίζες.
Όταν προσδιορίστηκε τι είναι o Σοσιαλισμός στην Ελλάδα, που είναι η απελευθέρωση τής Ελληνίδας και τού Έλληνα σε εθνικό, σε κοινωνικό και σε ατομικό επίπεδο, συσπειρώθηκε η κοινωνία γύρω από αυτό το όραμα. Σήμερα, είναι σημαντικό να ακούσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ να υιοθετεί προτάσεις τις οποίες έχουμε εμείς, όπως για παράδειγμα της χειραφέτησης τής Δικαιοσύνης, του πώς αναπτύσσεται η Υγεία και η Παιδεία σωστά. Όλα αυτά το ΠΑΣΟΚ τα έχει λύσει, αλλά από ό,τι φαίνεται ο ΣΥΡΙΖΑ και με τον νέο του Πρόεδρο, έχει ακόμα δρόμο να διανύσει. Υπάρχουν προφανώς άτυπες συζητήσεις γύρω από πολιτικά θέματα, ψηφοφορίες στη Βουλή που έχουμε ταχθεί ο ένας δίπλα στον άλλον και ψηφοφορίες που έχουμε ταχθεί απέναντι. Εάν δεν ξεκαθαρίσει ο ΣΥΡΙΖΑ πού ακριβώς στέκει σε ό,τι αφορά τον Σοσιαλισμό και τη Σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα θα είναι πάντα μια κουβέντα με κενά. Λοιπόν, αυτά είναι σημεία που οφείλει να ξεκαθαρίσει ο ΣΥΡΙΖΑ με τις θέσεις του και το ΠΑΣΟΚ θα είναι παρόν για να κάνει την αντιπολίτευση που πρέπει.
-Το μεγάλο στοίχημα τής κεντροαριστεράς, είναι πώς θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν με συγκεκριμένες πολιτικές τη συντηρητικοποίηση που υπάρχει. Χωρίς σωστές πολιτικές, αποσυνδέεσαι από την κοινωνία. Αυτό το πλήρωσε το ΠΑΣΟΚ, όταν αναγκάστηκε να ψηφίσει τα Μνημόνια, αποσπάστηκε από την κοινωνία. Δηλαδή, αναγκάστηκε να εφαρμόσει μια πολιτική η οποία ήταν απέναντι στα κοινωνικά «θέλω», αυτό το πληρώσαμε ακριβά. Δεν σημαίνει όμως ότι είμαστε κόμμα Μνημονίων. Αντίθετα, είμαστε ένα κόμμα το οποίο αναγκάστηκε να πάρει μέτρα κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες που κληρονομήσαμε. Άρα, το ζητούμενο σήμερα είναι οι πολιτικές προτάσεις που θα κινητοποιήσουν την κοινωνία ώστε να ξαναγίνει ο χώρος μας πλειοψηφικός και τελικά να γίνει Κυβέρνηση.
–Ο Πολιτισμός είναι ένας γίγαντας που κοιμάται και πρέπει να τον ξυπνήσουμε. Η δύναμη τού Πολιτισμού δεν είναι μόνο ένα μνημείο. Η Ακρόπολη από μόνη της είναι ένα πολιτιστικό μνημείο που προσελκύει κόσμο, αλλά είναι λίγα τα μνημεία που το πετυχαίνουν αυτό. Το θέμα είναι πώς λειτουργεί ο Πολιτισμός. Πώς λειτουργεί ο αρχαίος Πολιτισμός και ο σύγχρονος Πολιτισμός με τις άλλες δραστηριότητες, τις οποίες προσφέρει μια Περιφέρεια. Για παράδειγμα, η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, η οποία έχει καταπληκτικά μέρη να επισκεφθείς όχι μόνο επειδή έχει Πολιτισμό, αλλά και επειδή έχει καταπληκτική φύση, έχει δυνατότητες για Τουρισμό περιπέτειας ή Τουρισμό εμπειριών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Τουρισμού έχει ονομάσει 35 είδη Τουρισμού, ως Τουρισμό περιπέτειας. Η Δυτική Μακεδονία ολόκληρη αλλά και ο Νομός ο ίδιος καλύπτουν πάνω από 30 είδη. Δηλαδή, εδώ υπάρχει το υλικό για Ανάπτυξη, η οποία χρειάζεται όμως διαφορετική αντιμετώπιση. Δεν μπορεί αλλού να πορεύεται ο Περιφερειάρχης, αλλού ο κάθε Δήμαρχος, αλλού το Πανεπιστήμιο, αλλού οι Συνεταιρισμοί, αλλού οι Αρχαιολόγοι κοκ. Πρέπει για να αναπτυχθεί αυτό το είδος Τουρισμού, κάθε περιφέρεια να την προετοιμάσουμε για τους επισκέπτες και να την προσφέρουμε σαν «μασημένη» τροφή. Αυτό θα συμβεί μόνο όταν κάτσουμε γύρω από ένα τραπέζι και ανταλλάξουμε απόψεις για το τι υπάρχει που μπορούμε να αξιοποιήσουμε και να «πουλήσουμε». Άρα, πρέπει να φύγουμε από τη λογική του εθνοκεντρικού κράτους και να πάμε σε μια λογική τοπικής ανάπτυξης, όπου όλα τα μέρη θα συμβάλλουν για το πώς θα γίνει ο Πολιτισμός, πυρήνας ανάπτυξης τής περιοχής.
Παρακάτω θα δείτε ολόκληρη τη συνέντευξή μου στον «Flash TV» της Κοζάνης και τον δημοσιογράφο Θεόδωρο Καρυπίδη: