Την οικονομία δεν την οδηγούν οι τράπεζες αλλά η δημιουργική διάθεση όλων των κοινωνικών στρωμάτων
Ομιλία μου στην Ολομέλεια της Βουλής – 25.07.2024
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Με τη Νέα Δημοκρατία έχουμε μια βασική διαφορά, που διαπερνά όλα τα θέματα που αφορούν το τραπεζικό σύστημα (και όχι μόνο):
Εκείνοι, πιστεύουν ότι οι δυνατές τράπεζες, θα δημιουργήσουν δυνατούς δανειολήπτες.
Εμείς, πιστεύουμε ότι οι δυνατοί δανειολήπτες, θα δημιουργήσουν δυνατές τράπεζες.
Η διαφορά δεν πρέπει να ξαφνιάσει κανέναν.
Διότι, πηγάζει από τις βασικές αρχές, και άρα αντιλήψεις, της Προόδου και της Συντήρησης για την κοινωνία.
Εσείς, κυρίες και κύριοι της Νέας Δημοκρατίας, βάζετε το κέρδος πάνω από τον άνθρωπο, την οικονομία πάνω από την κοινωνία.
Εμείς, θέλουμε τον Άνθρωπο κυρίαρχο και την οικονομία στην υπηρεσία του.
Λόγια του αέρα; Καθόλου.
Δείτε πώς, εσείς, μοιράζετε το Ταμείο Ανάκαμψης.
Οι τράπεζες δανειοδοτούν με ενέχυρα και άρα εκείνους που ήδη έχουν.
Με δικούς σας όρους, αυτοί που μπορούν να πάρουν δάνειο, μπορούν να χρηματοδοτήσουν αίτημα για κονδύλια.
Άρα, αυτοί που ήδη έχουν, παίρνουν από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Και το κερασάκι: Αυτοί που μπορούν να πάρουν από το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι από τους λίγους Έλληνες που μπορούν να δανειστούν.
Κύκλος που κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και αφήνει τα μεσαία και τα χαμηλά στρώματα στην αναμονή.
Ανήμπορους να δημιουργήσουν και να κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα, μέχρι κάτι να στάξει από πάνω.
Διότι, εσείς θέλετε τους λίγους, υπεύθυνους για την ευημερία των πολλών.
Ενώ, εμείς, πιστεύουμε ότι η ευημερία των πολλών είναι δουλειά της πολιτείας.
Εσείς, πιστεύετε ότι η οικονομία δημιουργεί συνθήκες ευημερίας για την κοινωνία.
Ενώ, εμείς, πιστεύουμε ότι χωρίς μια κοινωνία που νιώθει γερή στα πόδια της, δεν θα μπορέσει ποτέ να υπάρξει οικονομία που ευημερεί.
Γιατί;
Διότι, την οικονομία δεν την οδηγούν οι τράπεζες. Αλλά η δημιουργική διάθεση όλων των κοινωνικών στρωμάτων.
Η βασική ιδέα των ίσων ευκαιριών, στις οποίες εμείς πιστεύουμε, ξεκινάει με την παραδοχή ότι κάθε άνθρωπος έχει την όρεξη, τη διάθεση και την ικανότητα να φαντάζεται, να ελπίζει και άρα να δημιουργεί.
Είναι κάτι που διαπερνά όλες μας τις προτεραιότητες.
Εσείς, αντίθετα, πιστεύετε ότι αυτοί που έχουν μάθει να δημιουργούν, θα δημιουργήσουν περισσότερο και οι υπόλοιποι θα τους υπηρετούν.
Να το κάνω χειροπιαστό; Εσείς, βλέπετε το κοινωνικό κράτος ως ελεημοσύνη. Εμείς, το βλέπουμε ως εγγυητή δυνατοτήτων.
Ένας άνθρωπος, για παράδειγμα, που έχει στην τσέπη 2.000 ευρώ, αν φοβάται ότι για να ζήσει αυτός ή η οικογένεια του, θα χρειαστεί κάποια στιγμή να επισκεφθεί τα απογευματινά ιατρεία του κου Γεωργιάδη, θα τα βάλει στην ντουλάπα.
Φυσική αντίδραση, ανθρώπου που ζει στην ανασφάλεια.
Αν νιώθει, αντίθετα, ότι έχει δημόσια δωρεάν υγεία που τον προστατεύει, θα τα ξοδέψει, θα τα επενδύσει, ή θα χτίσει κάτι για το αύριο.
Εκεί πάνω, λοιπόν, βασίζεται και η ευημερία της κοινωνίας: στη δυνατότητα αυτού του ανθρώπου και όλο και περισσοτέρων ανθρώπων να δημιουργούν.
Και, άρα, σε αυτή τη διαφορά εστιάζουμε, όταν κοιτάμε και την κυβερνητική πολιτική για τις τράπεζες.
Διότι, οι τράπεζες είναι ένα από τα πέντε εργαλεία που έχει η πολιτεία για να δώσει δυνατότητες ανάπτυξης, στην Εθνική οικονομία και να μοιράσει την ευημερία σε περισσότερους.
Θυμίζω τα άλλα τέσσερα:
Τα περιουσιακά στοιχεία της πολιτείας που θα έπρεπε να αξιοποιούμε και δεν το κάνουμε.
Πόσα είναι τα ακίνητα του δημοσίου, που σήμερα βρίσκονται σε αδράνεια;
Σωστά. Ούτε και εσείς γνωρίζετε.
Αλλά, αντί να τα μοιράσετε σε Δήμους και Περιφέρειες, που θα τα εκμεταλλευτούν άμεσα για να πάνε τον πλούτο πιο κάτω, βάλατε 7 εταιρίες συμβούλων για να τα καταγράψουν!
Οι πλουτοπαραγωγικές πηγές, που η χώρα μας δεν αξιοποιεί.
Όπως για παράδειγμα, νέοι που φεύγουν στο εξωτερικό, αγροτικά προϊόντα που ακόμα δεν έχουν φτάσει στις καλές αγορές του κόσμου ή τουριστικοί προορισμοί όπως η Θράκη, η Ήπειρος, η Θεσσαλία, η Στερεά Ελλάδα και η Πελοπόννησος που παραμένουν ακόμα σε αδράνεια.
Το φορολογικό σύστημα, που εκτός από εργαλείο χρηματοδότησης του κράτους, λειτουργεί για να ισορροπήσει τους όρους της ανάπτυξης και αναδιανέμει τον πλούτο εκεί που δημιουργεί αρρυθμίες η αγορά.
Εδώ τι κάνατε; Μειώσατε τον φόρο μερισμάτων και κληρονομιάς, δυο εργαλεία αναδιανομής και αυξήσατε τους έμμεσους φόρους που γονατίζουν τα μεσαία και χαμηλά στρώματα
Και τέλος, τα χρήματα που έρχονται από το εξωτερικό. Το ΕΣΠΑ, το Ταμείο Ανάκαμψης και τα λοιπά εργαλεία της Ευρώπης. Αυτά πάνε στους λίγους, όπως εξήγησα πριν.
Τι θα μπορούσατε να κάνετε αλλιώς; Να προικοδοτήσετε περιφερειακούς χρηματοπιστωτικούς φορείς από το ΕΣΠΑ, που αντί να πάει άμεσα στους μεγάλους δικαιούχους, θα πάει σε μορφή δανείων σε μικρές και μεσαίες και αγροτικές επιχειρήσεις, που συμβάλουν στην περιφερειακή ανάπτυξη.
Έχω καταθέσει πρόταση γι‘ αυτό.
Κανένα μα κανένα από αυτά τα εργαλεία που σας περιέγραψα, δεν έχει χρησιμοποιήσει η Νέα Δημοκρατία για να βάλει περισσότερες Ελληνίδες και περισσότερους Έλληνες στη διαδικασία της δημιουργίας και της ανάπτυξης.
Κανένα από τα εργαλεία αυτά, δεν έχει χρησιμοποιήσει η Νέα Δημοκρατία υπέρ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Γιατί μας νοιάζει αυτό;
Διότι, ειδικά για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες, δυνατότητα πολλαπλασιασμού του πλούτου έχουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Διότι, αυτές επανεπενδύουν στην τοπική οικονομία, ενώ οι μεγάλες στέλνουν τα κέρδη τους στο εξωτερικό.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι οι σοβαρές οικονομίες έχουν τράπεζες που υπηρετούν τις ανάγκες αυτών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ενώ αντίθετα, οι αναπτυσσόμενες κοινωνίες βασίζουν την ανάπτυξή τους σε ολιγοπώλια και τράπεζες που τα υπηρετούν.
Μέχρι, την πρώτη κρίση.
Διότι, στην κρίση, οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι άφαντες και το βάρος κουβαλούν οι μικρές.
Κινδυνεύει η ελληνική οικονομία από κρίση;
Σίγουρα δεν στέκει, άνετα, στα πόδια της.
Και αν δεν έχουν αξιολογήσει όλοι οι οίκοι αξιολόγησης, την ελληνική οικονομία, όσο ενθουσιωδώς το κάνει η Κυβέρνηση, αυτό είναι διότι παραμένει εξαιρετικά ευάλωτη σε μικρές και μεγάλες διεθνείς κρίσεις.
Και, παρά όλες αυτές τις διαφορές στη νοοτροπία και τις πρακτικές της Νέας Δημοκρατίας με εμάς, παρόλα αυτά, υπάρχουν κάποια Νομοσχέδια, που θα μπορούσαμε άνετα να στηρίξουμε και οι δύο, όπως αυτό που μας φέρατε για τη σύμβαση που συζητάμε.
Διότι, εδώ που φτάσαμε, η συγχώνευση της Τράπεζας Αττικής με την Παγκρήτια Τράπεζα εξυγιαίνει δύο προβληματικές Τράπεζες και δημιουργεί ακόμα έναν τραπεζικό πυλώνα, που θα μπορούσε να συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση του τραπεζικού ανταγωνισμού και άρα, των εργαλείων που έχουμε για να δώσουμε σε περισσότερους ανθρώπους τη δυνατότητα να δημιουργήσουν.
Αν, βέβαια, η συμφωνία πληροί κάποιους συγκεκριμένους όρους.
Για παράδειγμα:
Θα κάνει πραγματική διαφορά στη δανειοδότηση μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων;
Θα προσθέσει πραγματικά στον ανταγωνισμό των σημερινών τραπεζών, που μέχρι σήμερα λειτουργούν με όρους ολιγοπωλίου;
Και αν ναι, τι μας κάνει να το πιστεύουμε αυτό;
Και κάτι για την ιστορία: Θα αναδειχθούν οι συνθήκες, τα προβλήματα, οι λόγοι και οι άνθρωποι που οδήγησαν να είναι προβληματικές αυτές οι τράπεζες;
Όχι μόνο για να τιμωρηθούν αυτοί που καταχρέωσαν τον Έλληνα φορολογούμενο, αλλά για να διασφαλίσουμε ότι δεν θα είμαστε ξανά εδώ σε 2, 5, 10 χρόνια;
Και τελικά, πόσο θα κοστίσει όλη αυτή η άσκηση; Και ποιος τελικά θα πληρώσει το μάρμαρο;
Πολύ σωστά είπε ο κος Στουρνάρας, ότι οι προτεραιότητες των μετόχων δεν είναι ίδιες με τις προτεραιότητες της κοινωνίας και άρα, οι φορολογούμενοι έχουν κάθε λόγο να πληρώσουν παραπάνω για την εξυγίανση των τραπεζών.
Αλλά, αφού η κοινωνία βάζει τα πολλά, δεν θα έπρεπε να διασφαλίζει ότι κάποια από τα οφέλη τής εξυγίανσης θα πάνε στην κοινωνία;
Σε μορφή εσόδων ή υπηρεσιών;
Υπάρχουν όροι στη σύμβαση, για παράδειγμα, που να δεσμεύουν την τράπεζα στην οποία επενδύει ο Έλληνας φορολογούμενος, ότι δεν θα έχει τόσο διευρυμένη διαφορά σε επιτόκια χορηγήσεων και καταθέσεων;
Ότι η τράπεζα αυτή, δεν θα χρεώνει επαγγελματίες που υποχρεούνται να έχουν POS;
Ή ότι οι χρεώσεις για φθηνές υπηρεσίες δεν θα ακολουθούν ολιγοπωλιακές πρακτικές, όπως οι άλλες τράπεζες;
Προφανώς, όχι.
Διότι κάτι τέτοιο θα συνέβαλε πραγματικά στον ανταγωνισμό, αλλά εσείς πιστεύετε ότι όλα θα τα λύσει το μαγικό χέρι της αγοράς.
Το αόρατο χέρι, που όπως φαίνεται, και για την ώρα, στην Ελλάδα τραβάει σφαλιάρες, εκεί που πρέπει να στηρίξει και στηρίζει εκεί που θα έπρεπε να τραβάει σφαλιάρες.
Αυτά, δεν είναι θεωρητικά ερωτήματα.
Είναι αυτά που μια Κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει, πρώτα στον εαυτό της και μετά στο Κοινοβούλιο, αν θέλει να πείσει και κόμματα με άλλη νοοτροπία από την δική της, ότι αυτό που πάει να κάνει είναι καλό, για την κοινωνία ευρύτερα, και όχι μόνο για κάποιος μετόχους.
Τρεις μέρες τώρα στη Βουλή, αυτά τα ερωτήματα σάς θέσαμε.
Τρεις μέρες σάς ζητάμε εξηγήσεις. Από εσάς και τους αρμόδιους φορείς.
Τρεις μέρες για ένα Νομοσχέδιο που δεν έχει καν δημόσια διαβούλευση, για να ξέρει ο κόσμος τι κάνουμε εδώ.
Και τρεις μέρες μάς απαντάτε ότι πιστεύετε πως αν δεν γίνει η συμφωνία, είμαστε καταδικασμένοι σε ολιγοπώλια και θα χαθούν καταθέσεις.
Τρεις μέρες ο μπαμπούλας τού τι δεν θα γίνει και ούτε κουβέντα για το τι μπορεί, και τι έχετε διασφαλίσει, να γίνει.
Αλλά αν δεν το ψηφίσουμε, θα είμαστε εμείς οι λαϊκιστές.
Ε, φτάνει πια με αυτήν την καραμέλα.
Πείτε μου ένα πράγμα στην ομιλία μου, που δείχνει λαϊκισμό.
Δεν θα βρείτε.
Όπως, δεν βρίσκω εγώ τις απαντήσεις στα ερωτήματά μου.
Και ο ελληνικός λαός, επίσης.
Σας δίνουμε, λοιπόν, μια τελευταία ευκαιρία. Απαντήστε στα ερωτήματά μας, τώρα.
Αλλιώς, για μια ακόμα φορά, μας οδηγείτε να ψηφίσουμε ναι επί της αρχής, για να μην σταματήσουμε τα θετικά της σύμβασης, αλλά παρόν στην ίδια τη σύμβαση, για να σας στείλουμε ένα μήνυμα: «Επιτέλους, σοβαρευτείτε και επιτέλους, σεβαστείτε τον ελληνικό λαό».
Σας ευχαριστώ».