«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Ακούγοντας χθες, τις ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού για την Προεδρία της Δημοκρατίας, θυμήθηκα το 2015.

Όταν βουλευτής, τότε, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αρνήθηκε, σε αντίθεση με το κόμμα του, να ψηφίσει τον υποψήφιο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλο.

Μια κίνηση που από πολλούς χαρακτηρίστηκε συμβολική και καθοριστική για την επικράτησή του στην αρχηγία της ΝΔ. Διότι απευθύνθηκε, έλεγαν, σε ευρύτερα της κεντροδεξιάς ακροατήρια.

Θυμήθηκα και το 2020. Όταν ο Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης  πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας την Κατερίνα Σακελλαροπούλου.

Μια κίνηση που από πολλούς χαρακτηρίστηκε συμβολική και «κορωνίδα» της επικράτησής του στον λεγόμενο «κεντρώο» χώρο και της διείσδυσης του ακόμα και στον κεντροαριστερό χώρο.

Διότι απευθύνθηκε, έλεγαν, σε ευρύτερα της κεντροδεξιάς ακροατήρια. 

Σήμερα, το 2025, ο κ. Μητσοτάκης κάνει μια κομματική επιλογή με κριτήριο και γλώσσα που θυμίζει συντήρηση του προχθές.

Μητσοτάκης 15, 20, 25. Πολιτική γήρανση ή πολιτικό στριπτίζ;

Για όσους βλέπουν πέρα από το δάχτυλο τους το δεύτερο. Τώρα δείχνει τον πραγματικό του εαυτό. Για να δούμε λίγο το ιστορικό του.

Εκτός από τέτοιους συμβολισμούς, πάνω σε ποια πολιτικά θέματα έχτισε ο κ. Μητσοτάκης το προοδευτικό του προφίλ;

Έκανε μεταρρυθμίσεις; Όχι.

Ενίσχυσε τους θεσμούς για να διασφαλίσει βασικά δικαιώματα των πολιτών; Όχι

Απελευθέρωσε δυνάμεις διευρύνοντας την παραγωγική βάση της χώρας; Όχι

Άλλαξε το παραγωγικό μοντέλο, έστω για να γίνει η Ελλάδα παραγωγική και ανταγωνιστική; Όχι

Συνέδεσε την παιδεία και τον πολιτισμό με την πρόοδο του πολίτη και την ενίσχυση της κοινωνίας; Όχι

Δυνάμωσε το κοινωνικό κράτος για να νιώσουν οι πολίτες ασφαλείς και δημιουργικοί; Όχι

Το αντίθετο. Διεύρυνε τις ανισότητες Διέλυσε το κοινωνικό κράτος. Στήριξε την ανάπτυξη σε ολιγοπώλια. Άνοιξε την παιδεία στο εμπόριο. Διέλυσε το κύρος κάθε σοβαρού θεσμού με τις υποκλοπές και τα Τέμπη. Ακόμα και με την ονοματολογία γύρω από την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Η πραγματικότητα είναι ότι το προοδευτικό του προφίλ του κ. Μητσοτάκη βασίστηκε πάνω σε δυο μόνο πολιτικά θέματα: την πράσινη ανάπτυξη και τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών.

Πλην όμως, δεν έφερε στην Ελλάδα ο ίδιος ούτε το ένα ούτε το άλλο. Άλλοι ήταν οι προοδευτικοί πολιτικοί που το έκαναν.

Καλό είναι λοιπόν όλοι εκείνοι που αναμασούν το προοδευτικό προφίλ του κ. Μητσοτάκη να καταλάβουν:

Προοδευτικός και νεοφιλελεύθερος δεν γίνεται. Διότι η προοδευτική σκέψη είναι πεποίθηση. Πεποίθηση που πιστεύει ότι για να είναι μια κοινωνία μπροστά πρέπει συνέχει να αλλάζει.

Και να αλλάζει με γνώμονα τον Άνθρωπο για να βρίσκεται στην υπηρεσία του πολίτη.

Ο κ. Μητσοτάκης πίστευε και πιστεύει ότι πρέπει να αλλάξουμε εμείς για να υπηρετήσουμε την στασιμότητα.

Την λέει σταθερότητα, αλλά όταν μια κοινωνία υπηρετεί μόνο τους ίδιους και λίγους είναι στάσιμη.

Και δεν υπάρχει τίποτα πιο συντηρητικό σε έναν κόσμο που αλλάζει.

Διότι αυτό οδηγεί σε πολίτικές που διευρύνουν τις ανισότητες και σπρώχνουν τον πολίτη και την κοινωνία σήμερα σε απόγνωση.

Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Και αυτό δεν αλλάζει αν δεν αλλάξουμε Κυβέρνηση.

Άρα λοιπόν, φίλοι μου του προοδευτικού χώρου που ελπίζατε σε μια νέα, Νέα Δημοκρατία.

Μην δυσφορείτε με την επιλογή του κ. Τασούλα. Ξυπνήστε και μυρίστε τον καφέ. Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας και έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος.

Πάμε τώρα στο νομοσχέδιο.

Άκουσα τον συμπατριώτη μου κ. Καππάτο, που είπε ότι το νομοσχέδιο κάνει τον τουρισμό πιο δίκαιο, πιο ασφαλή, πιο βιώσιμο, μίλησε για όραμα, πρωτοπορία, διαφάνεια.

Είπε: «το νομοσχέδιο είναι δήλωση προθέσεων για το μέλλον»

Μάλιστα, πάμε τώρα στα στοιχεία της έκθεσης του Ινστιτούτου των Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων.

Το 90% των εσόδων από τον Τουρισμό προέρχεται από μόλις πέντε Περιφέρειες της χώρας.

Νότιο Αιγαίο, Κρήτη, Αττική, Ιόνια Νησιά και Κεντρική Μακεδονία.

Στην Ανατολική Μακεδονία –  Θράκη αντιστοιχεί μόλις το 2% των τουριστικών εσόδων της χώρας.

Η Πελοπόννησος, δίπλα στην Αττική, μόλις 2% και αυτή.

Το ίδιο και η Ήπειρος, 2% Θεσσαλία, Δυτική Ελλάδα, Στερεά Ελλάδα, Βόρειο Αιγαίο, μόλις 1% η καθεμία.

Δυτική Μακεδονία μόλις 0,3% των τουριστικών εσόδων της χώρας.

Αυτό είναι δίκαιο; Αυτό είναι βιώσιμο; Η απάντηση είναι ΟΧΙ

Από την κρίση του κορονοϊού και πέρα η Ελλάδα χρειάζεται νέα στρατηγική.

Που δεν αφήνει τις λίγες τουριστικά αναπτυγμένες περιοχές έρμαια του υπερτουρισμού και της υποβάθμισης του τουριστικού προϊόντος.

Που δεν καταδικάζει τις περισσότερες περιοχές της χώρας στην υπανάπτυξη και στην ερήμωση.

Πόσο δύσκολο είναι να μπουν βάσεις;

Σε αυτό το πλαίσιο είναι ένα νομοσχέδιο που λειτουργεί επικοινωνιακά αλλά όχι ουσιαστικά. Γιατί το λέω αυτό; Διότι αναφέρεται σε σημαντικά θέματα αλλά δεν τα λύνει: Αναφέρεται στα προβλήματα της βραχυχρόνιας μίσθωσης αλλά επιλέγει να λύσει ελάχιστα από αυτά.

Αναφέρεται στο πρόβλημα του περιβαλλοντολογικού αποτυπώματος του τουρισμού αλλά παίρνει μέτρα για μέρος αυτού

Αναφέρεται στη σημασία του γκλαμινγκ αλλά αντί να το βάλει σε μια βάση που θα βοηθήσει τις περιοχές που δεν έχουν τουρισμό με ένα είδος τουρισμού που δεν χρειάζεται βαριές υποδομές ανοίγει το δρόμο για μια από τα ίδια.

Αναφέρεται στην λειψυδρία και στο πρόβλημα με τις πισίνες αλλά δεν μας απαντάτε ποιο θα είναι το αποτύπωμα αυτού του μέτρου.

Πάμε συγκεκριμένα στην βραχυπρόθεσμα μίσθωση.

Λύνει τα προβλήματα χωροθέτησης και φέρουσας ικανότητας; Όχι.

Λύνει το πρόβλημα σωστής λειτουργίας και προστασίας μιας πολυκατοικίας από δραστηριότητες χρηστών βραχυχρόνιας μίσθωσης; Όπως η φασαρία από ένοικο ή η χρήση για παράνομη πορνεία; Όχι.

Αντιμετωπίζει το πρόβλημα του στεγαστικού ή έστω το πρόβλημα του στεγαστικού που αφορά την βραχυχρόνια μίσθωση; Όχι.

Ανοίγει κάποια θέματα ασφάλειας αλλά δεν τα κλείνει κιόλας.

Άρα είναι ένα νομοσχέδιο που αφορά ελάχιστα από τα προβλήματα που αφορούν την βραχυχρόνια μίσθωση και γίνεται μόνο για να λέει ότι κάτι κάνει. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό.

Πάμε στο θέμα της στέγασης.

Παράδειγμα το άρθρο 26 που λέει ότι ένα ξενοδοχείο μπορεί να δίνει δωμάτια υπαλλήλων για ενοίκιο από δημόσιους υπάλληλους που δεν έχουν που να μείνουν φθηνά σε μια περιοχή που δεν υπάρχουν πια κατοικίες προς ενοικίαση.

Με δεδομένο ότι τον Ιούνιο που κλείνουν τα σχολεία η σεζόν είναι ήδη προχωρημένη, πόσες περιπτώσεις αφορά αυτό;

Με λίγα λόγια δεν κάνει κάτι ουσιαστικό.

Αντίθετα όμως, ανοίγει ένα μεγάλο θέμα για το πως νομοθετούμε.

Το 2008 είχαμε κάνει μια έρευνα κοινής γνώμης και ένα πράγμα που μας είπαν είναι ότι η λειτουργία του κράτους έχει γίνει πηγή ανασφάλειας του πολίτη.

Δηλαδή, σε αντίθεση με μια ευνομούμενη πολιτεία που το κράτος λειτουργεί για να στηρίξει τον πολίτη στην Ελλάδα λειτουργεί για να το προκαλέσει φόβο.

Και ο νούμερο ένα φόβος που επικαλέστηκαν είναι η απότομη αλλαγή των κανόνων.

Δυστυχώς συνέβαλε και η δική μας διακυβέρνηση σε αυτό με νομοσχέδια της τελευταίας στιγμής που ανέτρεπαν χρόνιες συνήθειες που είχαν γίνει παθογένειες.

Αλλά τότε ήταν κρίση και η Ελλάδα λογοδοτούσε.

Σήμερα ποιο είναι το πρόβλημα και εντείνεται την ανασφάλεια του πολίτη με αποφάσεις τύπου άρθρο 3 όπου κάποιος που ανακαίνισε πέρσι την αποθήκη του σήμερα του λέτε ότι δεν μπορεί να την χρησιμοποιήσει.

Και καλά αυτός που το έκανε πριν 12-13 χρόνια. Αλλά αυτός που το έκανε πέρσι γιατί δεν του δίνεται τράτο να προσαρμοστεί.

Αυτό στο εξωτερικό λέγετε (παραφράζω) «ο κανόνας του παππού» ή ‘grandfather clause’ και δίνει το δικαίωμα σε κάποιον που είχε το δικαίωμα να το διατηρήσει μέχρι να αποσβέσει την επένδυση του.

Γιατί να στείλετε άλλο ένα μήνυμα και απέναντι στον επενδυτικό κόσμο; Γιατί δεν σοβαρεύεστε για να αρχίσουν να μας παίρνουν στα σοβαρά και όχι να ξεπουλάμε απλώς ακίνητα για να λέμε ότι έχουμε ξένες επενδύσεις.

Κα Υπουργέ,

Αυτό το νομοσχέδιο είναι μία πάρα πολύ μεγάλη ευκαιρία να πάρετε θέματα τα οποία αφορούν τον τουρισμό, και είναι πολλά. Η βραχυχρόνια μίσθωση είναι ένα και είναι μεγάλο, αλλά αντί να κάνετε αυτό, απομονώνετε ένα θέμα και φέρνετε ένα υποπολλαπλάσιό του. Και πάνω σε αυτό γράφετε ένα ολόκληρο νομοσχέδιο το οποίο καλείτε εδώ την ελληνική βουλή να ψηφίσει.  Λοιπόν, αυτό το οποίο κάνετε σήμερα δεν έχει καμία λογική, δεν έχει καμία προστιθέμενη αξία στον τουρισμό και στα θέματα τα οποία έχει μπροστά του.