«Ελληνικός Πολιτισμός: το συγκριτικό πλεονέκτημα της Ελλάδος για την ανάπτυξη του τουρισμού»
Ομιλία του Υπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλου Γερουλάνου, στο 20ο Ετήσιο Συνέδριο «Η ώρα της Ελληνικής Οικονομίας»
Φίλες και φίλοι,
Η πραγματικότητα είναι ότι πριν από δύο χρόνια η λέξη «πράσινη» δεν θα έβρισκε εύκολα την θέση της στον τίτλο αυτού του συνεδρίου.
Οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2007 έφεραν στο προσκήνιο νέες προτεραιότητες.
Η πράσινη ατζέντα της τότε αντιπολίτευσης παντρεύτηκε ιδιαίτερα αποτελεσματικά με τις απαιτήσεις της κοινωνίας και σήμερα έχουμε μια κυβέρνηση που πιστεύει και εργάζεται με ξεκάθαρο στόχο:
Να δημιουργήσουμε νέες θέσεις εργασίας και επιχειρηματικό πλούτο μέσα από ένα πρότυπο ανάπτυξης που σέβεται και επενδύει στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας μας.
Σε αυτό το πλαίσιο σχεδιάστηκε και ολοκληρώθηκε η ένωση των υπουργείων Πολιτισμού και Τουρισμού.
Οι συνέργιες που δημιουργούνται βρίσκονται σε πολλαπλά επίπεδα. Πριν τα περιγράψω όμως θα ήθελα να αναφερθώ στην σημερινή κατάσταση του τουρισμού στην χώρα μας.
Για όσους γνωρίζετε και έχετε παρακολουθήσει την ταινία θα αντιληφθείτε τον παραλληλισμό:
Ο ελληνικός τουρισμός έχει μπει σε πορεία πλεύσης με κατεύθυνση την «Τέλεια Καταιγίδα». Μια σειρά από μικρότερα αρνητικά δεδομένα τα οποία μαζί οδηγούν σε ένα καταστροφικό γεγονός.
Γειτονικές μας χώρες έχουν δημιουργήσει ένα ιδιαίτερα ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Η χώρας μας έχει ένα σκληρό νόμισμα και αυξημένο κόστος εργασίας.
Οι εικόνες που βγήκαν πρόσφατα από την χώρα μας ήταν καταστροφικές για τον τουρισμό.
Πυρκαγιές, τρομοκρατικά χτυπήματα, αποδράσεις από την φυλακή, σκηνές μάχης στους δρόμους της Αθήνας.
Έχουμε κατασπαταλήσει τα χρήματα και οι οφειλές μας στα διεθνή ΜΜΕ δυσχεραίνουν την προβολή της χώρας μας και την βάζουν σε κίνδυνους αρνητικής προβολής.
Τα τεράστια χρέη και η απαράδεκτη κατάσταση στα γραφεία εξωτερικού έχουν εξουδετερώσει την δυνατότητα παρέμβασης του ΕΟΤ.
Από μόνη της αυτή η συγκυρία είναι επικίνδυνη. Σαν να μην έφτανε αυτό, ήρθε η διεθνής κρίση και μείωσε τη ζήτηση της διεθνούς τουριστικής αγοράς για ταξίδια αναψυχής.
«Η Τέλεια Καταιγίδα».
Πως φτάσαμε ως εδώ;
Από το τέλος της δεκαετίας του ’90 ήταν ξεκάθαρο ότι το μοντέλο ήλιος και θάλασσα είχε παρέλθει.
Η ρευστότητα που ερχόταν κάθε καλοκαίρι και η διάθεση αναπτυξιακών κονδυλίων για την αύξηση της προσφοράς δημιούργησαν ένα φαινόμενο που θυμίζει το επονομαζόμενο «Ολλανδικό Σύνδρομο».
Δημιουργήθηκε η ψευδαίσθηση του εύκολου κέρδους.
Αυξήθηκε η προσφορά χωρίς να διερευνηθεί το προϊόν.
Η ανάπτυξη καινοτόμων υπηρεσιών ατρόφησε.
Νέες χώρες με φθηνότερο κόστος και καλύτερες υπηρεσίες άρχισαν να ανταγωνίζονται τη χώρα μας και η τουριστική περίοδος συρρικνώθηκε.
Γεννήθηκαν και εντάθηκαν φαινόμενα περιοδικής εργοδοσίας. Γρήγορα αυτά εκφυλίστηκαν και η αγορά της τουριστικής εργασίας υπέκυψε στην αυθαιρεσία.
Στις αρχές του ’90 ήταν ξεκάθαρο ότι το μοντέλο που βοήθησε την ανάπτυξη της Ελλάδας από την δεκαετία του ’70 και πέρα είχε ξεπεράσει τα όρια του. Τόσο για τον επιχειρηματία, όσο και για τον εργαζόμενο.
Μπροστά μας όμως ήταν μια ξεχωριστή ευκαιρία:
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας.
Γνωρίζαμε τότε ότι ο κόσμος ολόκληρος θα μας κοιτούσε.
Ανασκουμπωθήκαμε.
Προβάλαμε τη χώρα μας,
το ανθρώπινο δυναμικό μας,
το φυσικό μας πλούτο,
την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Όλα τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα.
Η τελετή έναρξης ήταν μια γιορτή που έκανε γνωστή την Ελλάδα που όλοι μας αγαπάμε. Δίπλα στον ήλιο και την θάλασσα προβλήθηκαν ο πλούσιος πολιτισμός μας, η αγάπη μας για τον αθλητισμό, η αίσθηση του ανθρώπινου μέτρου, η ελληνική αισθητική όπως αυτή εκφράζεται σήμερα.
Σε όλα αυτά έδεσε η ελληνική αίσθηση φιλοξενίας στις πραγματικές και όχι στις μυθικές της διαστάσεις, η αίσθηση του κεφιού και της καλοπέρασης χωρίς τις Βορειοευρωπαϊκές ή Αμερικάνικες ακρότητες, η μεσογειακή δίαιτα, τα ελληνικά προϊόντα.
Τα ελληνικά εστιατόρια σε όλο τον κόσμο έγιναν αγαπητά, τόσο από την προβολή μιας νέας αισθητικής όσο και στην υπόσχεση υγιεινής κουζίνας.
Το Χόλυγουντ αντιλήφθηκε τη νέα τάση και την αξιοποίησε με υπερπαραγωγές που αφορούσαν ελληνικά θέματα.
Κάθε τι το Ελληνικό είχε κάτι όμορφο να προσφέρει.
Στην τελετή έναρξης ένα μικρό αγόρι με μια Ελληνική σημαία σε ένα χάρτινο καραβάκι συμβόλιζε την άλλη Ελλάδα, μια μικρή χώρα που είναι φορέας μεγάλων αξιών, μια μικρή χώρα που γεννά μεγάλες ιδέες.
Ο συμβολισμός άγγιξε καθέναν από εμάς.
Αλλά άγγιξε και κάθε ξένο με την αίσθηση του γούστου, του μέτρου, του ελληνικού κεφιού.
Αποδείξαμε και στους εαυτούς μας, αλλά και στους ξένους ότι η Ελλάδα δεν είναι μόνο ήλιος και θάλασσα.
Και μετά…
Λες και όλα αυτά ήταν όνειρο, επιστρέψαμε στο ίδιο παρωχημένο μοντέλο πουλώντας το ίδιο εύκολο προϊόν, αδιαφορώντας για τον επισκέπτη και τις ανάγκες του.
Αδιαφορώντας για το ποιοι είμαστε, τι εκπροσωπούμε, τι μπορούμε να προσφέρουμε.
Αντί να χτίσουμε πάνω στα θεμέλια του 2004, επιστρέψαμε σε μια βαθιά συντηρητική και αναχρονική θεώρηση του τι είναι Ελλάδα και Ελληνικός πολιτισμός και επικεντρωθήκαμε στο τι έχει να προσφέρει στον φθηνό Αγγλικό και Γερμανικό τουρισμό.
Και αντί αυτή την παρωχημένη νοοτροπία για την Ελλάδα να την κρατήσουμε για τους εαυτούς μας, την προβάλλαμε μέσα από το μεγάφωνο που λέγεται BBC, CNN, CODE NASTE, TUI κλπ.
Δεν λυπηθήκαμε κανένα κόστος. Ξοδέψαμε πάρα πολλά χρήματα για να πούμε στους πολίτες του κόσμου ότι στην Ελλάδα μπορείς να εξερευνήσεις τις αισθήσεις σου και όχι να τις εκλεπτύσσεις.
Το ίδιο μήνυμα σε όλους τους πολίτες του κόσμου χωρίς ευαισθησία στις ανάγκες του χωρίς προβολή όλων των χαρισμάτων της πατρίδας μας.
Για όσους αντιλαμβάνονται την ευαισθησία των επικοινωνιακών μηνυμάτων στο χώρο του τουρισμού, αυτό σημαίνει ότι προχωρήσαμε προς την «Τέλεια Καταιγίδα» μέσα σε ένα επικοινωνιακό καρυδότσουφλο.
Και σήμερα καλούμαστε να μαζέψουμε τα κομμάτια και να προσπαθήσουμε να ανακτήσουμε τις δυνάμεις μας χτίζοντας με ελάχιστα μέσα μια νέα προοπτική.
Θα πάρει χρόνο.
Διότι αν η αλλαγή στρατηγικής σήμερα είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαμόρφωση ενός άλλου μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης,
τότε, η αλλαγή νοοτροπίας είναι προϋπόθεση για την εφαρμογή του. Και η αλλαγή νοοτροπίας παίρνει χρόνο.
Εδώ βρισκόμαστε σήμερα.
Και το ερώτημα είναι « τι κάνουμε τώρα»;
Ας ξεκινήσουμε από τα άμεσα.
Πρώτον εξετάζουμε πως θα ενισχύσουμε έναν κλάδο που έχει βρεθεί στα όρια της επιβίωσης.
Τεράστιες επενδύσεις κινδυνεύουν τόσο από κακοδιαχείριση ιδιωτικών κονδυλίων, όσο και από την ανεπάρκεια εθνικών στόχων.
Αναζητούμε τρόπους στήριξης.
Με έναν όρο:
Δεν θα κάνουμε την διεθνή κρίση δικαιολογία επιβίωσης επιχειρήσεων που θα έπρεπε να κλείσουν ή να αλλάξουν διοίκηση πριν την κρίση.
Δεν έχουμε την πολυτέλεια να κρατούμε σε ομηρία υγιείς επιχειρήσεις.
Την ίδια ώρα κάνουμε κινήσεις για να βοηθήσουμε την επιχειρηματικότητα, έτσι ώστε να λειτουργήσει σωστά ο ανταγωνισμός. Η γραφειοκρατία, οι επικαλύψεις, οι απαράδεκτες καθυστερήσεις από την μεριά του κράτους δημιουργούν ένα περιβάλλον το οποίο διαιωνίζει κακές πρακτικές, εμποδίζει την καινοτομία.
Και αυξάνει το κόστος της επιχείρησης.
Θέλουμε ένα οικονομικό περιβάλλον όπου η επιχειρηματικότητα δημιουργεί ελεύθερα αλλά σέβεται κανόνες. Όπου το κράτος βοηθά την ανάπτυξη και ελέγχει την αυθαιρεσία και όχι ένα κράτος που ελέγχει την ανάπτυξη και βοηθά την αυθαιρεσία.
Τρίτον, αλλά ίσως σημαντικότερο.
Έχουμε ξεκινήσει την διαδικασία ώστε να περάσουμε από ένα μοντέλο τουρισμού που προωθεί απλά το προϊόν σε ένα μοντέλο που υπηρετεί τον πελάτη. Θέλουμε να διευρύνουμε την τουριστική περίοδο μέσα από την διεύρυνση του τουριστικού προϊόντος. Για να το πετύχουμε αυτό, καταγράφουμε και τι έχουμε να προσφέρουμε και τι θέλει ο πελάτης.
Στοχευμένα προϊόντα, προσαρμοσμένα σε υπάρχοντα ή αναδυόμενα καταναλωτικά πρότυπα, όπως αυτά διαμορφώνονται στη διεθνή τουριστική αγορά.
Έτσι, μπορούμε να ενισχύσουμε τις εναλλακτικές μορφές τουρισμού, όπως το συνεδριακό, πολιτιστικό και αθλητικό τουρισμό.
Και τέταρτον, αναδιοργανώνουμε τις υπηρεσίες μας ώστε να δώσουμε έμφαση στην ποιότητα μέσα από την πιστοποίηση. Δεν θα χαριστούμε εδώ σε κανέναν.
Δεν είναι τυχαίο αυτό που έγινε στη Θεσσαλονίκη.
Άμεσα σφραγίσαμε το ξενοδοχείο, στο οποίο πέθαναν πρόσφατα τα δυο παιδιά.
Δυστυχώς, η επένδυση στο χαμηλό κόστος έχει κινδύνους πολύ μεγαλύτερους από αυτούς που περιέγραψα μέχρι τώρα.
Ούτε η χώρα μας σαν τουριστικός προορισμός,
ούτε εμείς σαν Έλληνες πολίτες,
έχουμε την πολυτέλεια να χτίζουμε πάνω σε ένα τόσο παρωχημένο μοντέλο.
Και μας απαξιώνει και είναι επικίνδυνο.
Πριν κλείσω, οφείλω να επιστρέψω στο θέμα: Ποιος είναι ο ρόλος του Πολιτισμού;
Η πολιτιστική μας κληρονομιά αλλά και οι εφαρμογές σύγχρονου πολιτισμού μπορούν να εμπλουτίσουν το χρόνο παραμονής των επισκεπτών στη χώρα μας και ταυτόχρονα να ενισχύσουν την ένταση δαπάνης ανά επισκέπτη.
Ως προς αυτό, η χώρα μας δεν απολαμβάνει συγκριτικό πλεονέκτημα. Απολαμβάνει απόλυτο πλεονέκτημα.
Θέλουμε και μπορούμε να αξιοποιήσουμε το φυσικό μας πλούτο, την πολιτιστική μας κληρονομιά αλλά και τη σύγχρονη δημιουργία.
Αυτό είναι το σύγχρονο στίγμα του πολιτισμού και αυτό είναι που καθιστά και την Ελλάδα μοναδική.
Όμως, όπως αποσκοπούμε στο να αναδείξουμε εκείνες τις πλευρές της χώρας μας που είναι μοναδικές, έτσι θέλουμε να εμφυσήσουμε και την ιδέα ότι ο κάθε επισκέπτης της χώρας μας είναι μοναδικός.
Και ως προς αυτό ο Πολιτισμός μπορεί να διαδραματίσει ένα ακόμα καθοριστικό ρόλο.
Σε μια εποχή που περνάμε από την οικονομία παροχής υπηρεσιών, στην υπηρεσία παροχής εμπειριών καλούμαστε να κάνουμε ακριβώς αυτό.
Να δημιουργήσουμε και να διαχειρισθούμε ολοκληρωμένες, καινοτόμες, μοναδικές εμπειρίες για τον επισκέπτη και φίλο της Ελλάδας.
Ποιότητα ζωής, ποιότητα στα προϊόντα και τις υπηρεσίες.
Τήρηση των επονομαζόμενων «πράσινων» προδιαγραφών.
Ποιότητα στην εμπειρία συνολικά μέσα από την επαφή με κάθε τι που είναι Ελληνικό.
Αυτό είναι που δίνει ένα σαφές και αναγνωρίσιμο πολιτιστικό στίγμα.
Μέσα από την εξειδίκευση, τη μοναδικότητα και την ποιότητα μπορούμε να αλλάξουμε το ελληνικό τουριστικό προϊόν.
Ξέρετε, το δύσκολο δεν είναι να προβάλουμε τον πολιτισμό μας ως στοιχείο της εμπειρίας που θα έχει ο ξένος τουρίστας.
Η πραγματική πρόκληση είναι να κάνουμε τον πολιτισμό μας αναπόσπαστο κομμάτι της νοοτροπίας μας, της εικόνας και της ταυτότητάς μας έτσι ώστε να παρέχουμε ποιοτικά προϊόντα μέσα από κάθε μας δράση και κάθε μας υπόσχεση.
Διότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει να προσπαθήσουμε να γίνουμε κάτι που δεν είμαστε.
Σίγουρα όμως μπορούμε να είμαστε ό,τι καλύτερο μπορούμε να γίνουμε.
Αυτή είναι μεγάλη πρόκληση.
Όταν όμως οδεύεις προς την «Τέλεια Καταιγίδα» και θες να αλλάξεις πορεία, δεν υπάρχουν εύκολες λύσεις.
Σας ευχαριστώ.