«Ευχαριστώ κ. Πρόεδρε,

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Για την ουσία του Nομοσχεδίου μίλησε ο εισηγητής μας. Αρκεί μόνο να πω ότι τη μεγαλύτερη αδυναμία του ΤΑΙΠΕΔ, την αξιοποίηση όλων των περιουσιακών του στοιχείων υπέρ του κράτους και του πολίτη, την είχαμε αντιμετωπίσει στην Εταιρεία Τουριστικών Ακινήτων, κατά τη θητεία μου ως Υπουργός, μεταφέροντας πάγια σε φορείς που μπορούσαν να τα αξιοποιήσουν, όπως οι ΟΤΑ, τα Eπιμελητήρια κλπ.

Θα ήταν καλό σημείο εκκίνησης μιας αναδιαπραγμάτευσης με την Ευρώπη και μια εντυπωσιακή μεταρρύθμιση υπέρ της αποσυγκέντρωσης της εξουσίας στη χώρα μας.

Σήμερα όμως, θα εστιάσω σε κάτι που μου έμεινε από τη διαδικασία συζήτησης του Nομοσχεδίου στις επιτροπές. Και αυτό είναι το ύφος με το οποίο προσήλθαν σε αυτήν οι Τραπεζίτες. Δεν μιλώ, και δεν το κάνω ποτέ, σε προσωπικό επίπεδο. Εννοώ τον τρόπο με τον οποίο απαξίωσαν την πολιτική διαδικασία της Επιτροπής Οικονομικών. Και σας το λέω σε σύγκριση με δέκα χρόνια πριν, που είχα την τιμή να μετέχω σε αντίστοιχες επιτροπές.

Ειλικρινά, μου είναι αδύνατο να πιστέψω ότι οι Τράπεζες που ανακεφαλαιοποιήσαμε πριν δέκα χρόνια, που στηρίξαμε με νύχια και με δόντια για να μην έχουμε κουρέματα στις καταθέσεις, που επιτρέψαμε να λειτουργήσουν με τις διοικήσεις τους ως είχαν, έρχονται στο Ελληνικό Κοινοβούλιο δέκα χρόνια μετά, νιώθοντας τόσο «καβάλα στο άλογο» που μπορούν, επιτρέψτε μου τη φράση, να «φτύνουν» τους εκπροσώπους του Ελληνικού λαού. Πώς και πότε επιτρέψατε κάτι τέτοιο, συνάδελφοι της πλειοψηφίας, αλλά και της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης;

Για όσους δεν το γνωρίζουν, μεταξύ των άρθρων που αφορούν εναρμόνιση με οδηγίες της Ευρώπης, κάποια επιβάλλουν ακόμη μεγαλύτερη χρήση μηχανημάτων POS σε επαγγελματίες. Στο οποίο φυσικά και συμφωνούμε. Αρκεί να γίνει σωστά τόσο για το κράτος, όσο και για τις Τράπεζες και τους επαγγελματίες.

Ως ΠΑΣΟΚ, λοιπόν, κάναμε ό,τι θα κάναμε ως Κυβέρνηση ή ως Αξιωματική Αντιπολίτευση: Καλέσαμε την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών να μας εξηγήσουν, αν και πώς θα επηρεάσει τα κέρδη των Τραπεζών η υποχρεωτική χρήση των μηχανημάτων. Και ρωτήσαμε, χωρίς καμία διάθεση επιθετικότητας ή λαϊκισμού, με μόνη έγνοια να καταλάβουμε πώς το Νομοσχέδιο επηρεάζει την αγορά:

1. Πόσα μηχανήματα POS λειτουργούν στην Ελλάδα;
2. Ποιος είναι ο τζίρος των υπαρχόντων μηχανημάτων;
3. Πόσα μηχανήματα θα προστεθούν;
4. Τι τζίρο περιμένουν να κάνουν από τα νέα μηχανήματα οι Τράπεζες;
5. Και, αν ξέρουν, άλλη χώρα στην Ευρωζώνη όπου η υποχρεωτική χρήση μηχανημάτων POS συνοδεύεται από όρια στις χρεώσεις των συναλλαγών;

Αν υποθέσουμε ότι το οριακό κόστος προσθήκης ενός μηχανήματος στην αγορά είναι μικρό, ο τζίρος για τους παρόχους, είτε είναι Τράπεζα είτε όχι, θα μπορούσε να είναι σκέτο κέρδος. Προφανώς, όταν η χρήση των POS είναι εθελοντική, αργά ή γρήγορα, ο ανταγωνισμός λειτουργεί προβλέψιμα. Μήπως όμως, δημιουργούνται υπερκέρδη, όταν γίνονται υποχρεωτικά;

Και αν είναι έτσι, μήπως πρέπει να βάλουμε ένα όριο βάζοντας και όριο στο πόσο χρεώνουν οι Τράπεζες;

Επαναλαμβάνω: Δεν το ξέρουμε. Ρωτάμε. Όπως επιβάλλει ο συνταγματικός μας ρόλος και η διαδικασία ψήφισης ενός Νομοσχεδίου.

Για να μη σας κουράζω, η εκπρόσωπος της Ένωσης Τραπεζών προσήλθε χωρίς καμία διάθεση να απαντήσει. Στις λίγες ερωτήσεις που απάντησε, η απάντησή της, επιτρέψτε μου, ήταν «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε» και μας παρέπεμψε αλλού για θέματα για τα οποία, αν πραγματικά δεν έχει γνώση, μάλλον δεν κάνει τη δουλειά της. Θα μου πείτε… είναι πολιτικό θέμα το ύφος της κας εκπροσώπου; Όχι, βέβαια.

Αυτό που είναι πολιτικό θέμα, κ. Υπουργέ, κ. Πρόεδρε της Επιτροπής Οικονομικών και κ. Πρόεδρε της Βουλής, είναι ότι αυτή η Κυβέρνηση έχει δώσει δικαίωμα στους τραπεζίτες να θεωρούν τους εαυτούς τους πέρα από τον έλεγχο του Κοινοβουλίου.

Και για να νιώθουν οι Τράπεζες στο απυρόβλητο ή έχετε υποβαθμίσει το Κοινοβούλιο ή έχετε αναγάγει τις Τράπεζες σε προνομιακό συνομιλητή σας. Τόσο, που μπορεί να αγνοεί τους εκπροσώπους του Ελληνικού λαού.

Είναι αυτό πολιτικό πρόβλημα ή απλά προσβάλλει το εγώ μας; Είναι πολιτικό πρόβλημα.

Διότι η σωστή και ισορροπημένη λειτουργία των Τραπεζών μπορεί να ενισχύσει σημαντικά την ελληνική οικονομία, ενώ η αίσθηση ότι βρίσκονται στο απυρόβλητο τούς αφήνει χώρο να αυξήσουν τα κέρδη τους, πέρα απ’ ό,τι είναι υγιές για την κοινωνία και την επιχειρηματική ανάπτυξη της χώρας.

Για να είμαι ξεκάθαρος: Το ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται πέρα για πέρα τη σημασία ενός υγιούς τραπεζικού συστήματος. Αντιλαμβανόμαστε πλήρως ότι η κερδοφόρα λειτουργία του είναι προς όφελος της Ελληνικής οικονομίας. Και αντιλαμβανόμαστε επίσης, ότι στο σημερινό περιβάλλον, ο υγιής ανταγωνισμός, και όχι τα διοικητικά μέτρα που προτείνουν άλλα κόμματα, είναι ο καλύτερος τρόπος να αποκτήσουμε και τα δύο.

Όμως το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει ασθενές και δεν λειτουργεί με όρους αγοράς. Και αυτό, διότι: Είναι λίγες οι Τράπεζες. Είναι ακόμα λιγότερες οι μικρές που μπορούν να προσθέσουν στον ανταγωνισμό.

Η αναλογία συστημικών και μη συστημικών Τραπεζών στην Ελλάδα υπολείπεται κάθε πολιτισμένης χώρας. Και διότι έχουμε βοηθήσει τις Τράπεζες με χρήματα φορολογουμένων και δανειοληπτών καθυστερώντας την εξυγίανση στην οποία θα είχαν προβεί από τον ανταγωνισμό μεταξύ τους.

Γι’ αυτό, ο έλεγχός τους από το Υπουργείο και το Κοινοβούλιο καθίσταται ακόμα πιο ουσιαστικός και επιτακτικός και χρήσιμος. Αν έχετε απαξιώσει το δεύτερο, δεν θέλω να γνωρίζω πόσο υποτελικά μιλάτε στο Υπουργείο μαζί τους πίσω από κλειστές πόρτες.

Διότι εσείς, σε αυτό το τραπεζικό σύστημα, έχετε αναθέσει όχι μόνο τον κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη της χώρας, δηλαδή τη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων από προγράμματα, αλλά ακόμα και τον κεντρικό ρόλο στις πτωχεύσεις.

Ένα πρόβλημα, που τόσο για οικονομικούς, όσο και για κοινωνικούς λόγους, δεν θα έπρεπε ποτέ να βρίσκεται στα χέρια ενός ασθμαίνοντος τραπεζικού συστήματος.

Και ενώ οι δικές μας ερωτήσεις ξεκίνησαν από την απλή ανάγκη να καταλάβουμε πώς το Νομοσχέδιο επηρεάζει τους επαγγελματίες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, η αντιμετώπιση της Ένωσης μας οδηγεί να αναρωτηθούμε, αν το θέμα των Τραπεζών χρήζει περισσότερης συζήτησης στον Ελληνικό Κοινοβούλιο.

Για να απαντήσουμε ερωτήσεις που ταλαιπωρούν πολλούς συμπολίτες μας. Όπως για παράδειγμα: Γιατί είναι τόσο μεγάλη η διαφορά μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και επιτοκίων χορηγήσεων; Προχθές η Τράπεζα της Ελλάδας εξέδωσε έναν αποκαλυπτικότατο πίνακα: Η διαφορά στα μέσα σταθμισμένα επιτόκια του συνόλου των καταθέσεων και των δανείων έχει πάει από 3,53 μονάδες σε 5,83 μονάδες μέσα σε έναν μόλις χρόνο. Κοντεύει να διπλασιαστεί.

Ή, γιατί χρεώνουν οι Τράπεζες τόσο πολύ για συναλλαγές; Όταν ερωτώνται, η απάντησή τους είναι επίσης διφορούμενη. Απαντούν: «Σε σχέση με τις Τράπεζες της Ευρωζώνης, οι ελληνικές παρουσιάζουν χαμηλό ποσοστό προμηθειών στα οργανικά τους έσοδα, τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ, όσο και ως ποσοστό επί των συνολικών τους εσόδων».

Συγχωρέστε την άγνοιά μου στο θέμα. Αλλά η απλή λογική μού λέει ότι, αν έχεις περισσότερα υπερκέρδη από μια δραστηριότητα, μειώνεται το ποσοστό συμμετοχής των υπερκερδών μιας άλλης. Είναι ή δεν είναι έτσι; Δεν ξέρω. Ρωτώ.

Όταν όμως, τέτοια ερωτήματα μένουν στον αέρα, είναι ή δεν είναι λογικό να αναρωτιόμαστε αν οι Τράπεζες εκμεταλλεύονται διατάξεις υποχρεωτικότητας από δικά μας Νομοσχέδια απέναντι σε ό,τι είναι καλό για την κοινωνία και την οικονομία;

Κ. Πρόεδρε και κ. Πρόεδρε της Επιτροπής Οικονομικών,

Θα έπρεπε σε τακτά χρονικά διαστήματα να αφουγκραζόμαστε και να αναλύουμε με στοιχεία, αν ο ανταγωνισμός λειτουργεί υπέρ της κοινωνίας και της οικονομίας. Ακόμα και των Τραπεζών. Διότι αυτός εδώ ο χώρος δημοκρατικού διαλόγου, είναι ο μόνος χώρος όπου ο πολίτης μπορεί να εκφραστεί συλλογικά, απέναντι σε συμφέροντα που δρουν συλλογικά.

Αν η Κυβέρνησή σας τον έχει απαξιώσει τόσο δραστικά, σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα, τότε έχετε επιφέρει ένα τεράστιο πλήγμα τόσο στη Δημοκρατία, όσο και στα συμφέροντα της κοινωνίας.

Οφείλετε να διορθώσετε το λάθος που έχετε κάνει και αν το αποφασίσετε, εμείς θα είμαστε στο πλευρό σας. Αν συνεχίσετε όμως έτσι, θα μας βρείτε απέναντι και αργά ή γρήγορα θα βρείτε απέναντι και τον ελληνικό λαό».

Παρακάτω θα δείτε ολόκληρη την ομιλία μου:

 

https://www.youtube.com/watch?v=otBilb0Bekg