-Eίναι ο πρώτος Προϋπολογισμός μετά από 13 χρόνια, στον οποίο η χώρα είχε επενδυτική βαθμίδα. Είναι ένα πραγματικό κατόρθωμα, αλλά αντί να καυχιέται γι’ αυτό ο κ. Μητσοτάκης, θα πρέπει να καταλάβει ότι το κατορθώσαμε με τεράστιες θυσίες τού ελληνικού λαού. Και αν κάποιον πρέπει να χειροκροτεί ο κ. Μητσοτάκης δεν είναι τον εαυτό του αλλά τον ελληνικό λαό που έχουμε φτάσει εδώ. Έχουμε φτάσει πλέον στο όριο, για να κάνουμε τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η χώρα, ενόψει και των μεγάλων τοκοχρεολυσίων που έρχονται μπροστά μας.

Τώρα, είναι η ώρα να διορθώσουμε τις παθογένειες τού πολιτικού συστήματος, έτσι ώστε στα 8 χρόνια που θα αρχίσουμε να πληρώνουμε αυξημένα τα τοκοχρεολύσια να είμαστε έτοιμοι. Δεν υπάρχουν μεταρρυθμίσεις για την Υγεία, για την Παιδεία, για τη σωστή Διοίκηση, δεν υπάρχει καμία προοπτική πραγματικής μεταρρύθμισης σε αυτόν τον Προϋπολογισμό. Εμείς, ως ΠΑΣΟΚ, λέμε ότι ενώ ένας Προϋπολογισμός πρέπει να κοιτάει το αύριο, αυτός ο Προϋπολογισμός κοιτάει το χθες.

 

-Υπάρχει κοινή αντίληψη στην κριτική που γινόταν στον κ. Μητσοτάκη από την πλευρά των αντιπολιτευτικών κομμάτων και δημιουργείται μία ελπίδα ότι και οι λύσεις μπορεί να είναι κοινές. Άρα, ενδεχομένως, να δημιουργούνται οι συνθήκες μέσα στις οποίες -από κάτω προς τα πάνω- θα μπορέσει να υπάρξει ένα σοβαρός διάλογος σε θέματα που μπορεί να υπάρχει συναντίληψη. Δεν είναι μία διαπραγμάτευση πίσω από κλειστές πόρτες για το πώς θα μοιραστούν οι ευθύνες. Η μεγάλη πρόκληση, για εμάς, είναι να εμπνεύσουμε τους περίπου 2.5 εκ. ανθρώπους που σήμερα, είναι μακριά από τις κάλπες, διότι νιώθουν ότι οι ιδέες τους δεν εκπροσωπούνται από το πολιτικό σύστημα. Αυτή είναι μία μεγαλύτερη πρόκληση και εμείς στο ΠΑΣΟΚ την έχουμε πάρει σοβαρά και στην Αθήνα αυτό φάνηκε σε μεγάλο βαθμό. Ο κόσμος περιμένει και θέλει να εμπνευστεί από μία καινούργια προοπτική, από λύσεις που αφορούν την καθημερινότητά του.

Όσο δεν το πετυχαίνουμε αυτό, τόσο ο κ. Μητσοτάκης θα υποστηρίζει ότι η μεγάλη μεταρρύθμιση είναι το Άρθρο 16. Το πρόβλημά δεν είναι το Άρθρο 16, με βάση τα αποτελέσματα τής Pisa, το πρόβλημα είναι η κ. Κεραμέως, οι επιλογές τής Κυβέρνησης και οι προτεραιότητες που θέτει. Δεν μπορεί να υποστηρίζει ότι θα λύσει το πρόβλημα τής Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, ιδιωτικοποιώντας την Τριτοβάθμια. Σε αυτό το σημείο εμείς οφείλουμε να πούμε ποια είναι η μεταρρύθμιση στην Υγεία, στην Παιδεία, στη Διοίκηση, τι θέλουμε σε ένα αναπτυξιακό μοντέλο, για να πάμε τη χώρα μπροστά και εκεί, θα αρχίσει να κουμπώνει ο κόσμος και να έρχεται ξανά να ψηφίσει. Αν το πετύχουμε αυτό, τότε θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα για τον χώρο μας.

 

-Μέσα από μία αντιπαράθεση ιδεών, ο κόσμος καλείται να επιλέξει ποιες από τις ιδέες προτιμάει και αυτό είναι μία κανονική πολιτική διαδικασία την οποία δεν μπορούμε να την απαξιώνουμε. Αν, όμως, γίνεται με χτυπήματα «κάτω από τη μέση», με τακτικές τύπου «ο θάνατός σου, η ζωή μου», τότε προφανώς αυτές είναι κατακριτέες. Αλλά, νομίζω ότι υπάρχουν αρκετές φωνές σε όλα τα κόμματα μέσα στον ευρύτερο χώρο οι οποίες προτιμούν την εποικοδομητική συζήτηση, παρά μία άγονη αντιπαράθεση.

Η αντιπολίτευση που κάνει το ΠΑΣΟΚ στην Κυβέρνηση είναι αιχμηρή και εποικοδομητική. Δεν είναι άγονη ή προσωποποιημένη αντιπολίτευση, αλλά «χτυπάει» στα ζητήματα τής καθημερινότητας τού πολίτη. Όταν υπάρχουν, όμως, θέματα στα οποία έχουμε διαφωνία με τον ΣΥΡΙΖΑ, τότε εκείνος όπως και εμείς, τα αναδεικνύουμε. Για παράδειγμα, ένας από τους χώρους που θα μπορούσε να υπάρχει μία σοβαρή συζήτηση μεταξύ των διαφόρων κομμάτων τής αντιπολίτευσης, είναι ο χώρος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Αν κρίνει κανείς από όσα λέμε, λέμε και τα δύο κόμματα τα ίδια. Αν κρίνει όμως, τις πράξεις, έχουμε διαφορετικό ιστορικό. Δηλαδή, το ΠΑΣΟΚ έχει κάνει ό,τι μπορεί, για να χειραφετήσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ενώ τα Νομοσχέδια τού ΣΥΡΙΖΑ έκαναν το αντίθετο. Άρα, και εγώ όταν μιλάω για τις διαφορές με τον ΣΥΡΙΖΑ, θα ήθελα να δω και αυτά τα κόμματα τής κεντροαριστεράς να εκφράζουν με πιο πολύ εποικοδομητικό λόγο αυτά τα θέματα.

– Ο κ. Ζαχαριάδης υποστήριξε τον Χάρη Δούκα, ο οποίος εξελέγη και Δήμαρχος Αθηναίων. Έχει το κύρος να κάνει μία πρόταση, την οποία θα ήταν καλό να λάβει υπόψιν ο χώρος μας, εφόσον υπάρχουν σημεία σύγκλισης.

-Η Κυβέρνηση θα φέρει στις αρχές του ’24 Νομοσχέδιο που θα επιτρέπει τη λειτουργία των μη κρατικών Πανεπιστημίων. Την ώρα που έχουμε τα προβλήματα στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια Παιδεία, δύο βαθμίδες οι οποίες πραγματικά δημιουργούν τις συνθήκες, για να μπορεί ένας άνθρωπος να σπουδάσει είτε στην Ελλάδα είτε στο εξωτερικό, δεν είναι δυνατόν να συζητάμε, ως μεγάλη μεταρρύθμιση το Άρθρο 16. Αυτή η Κυβέρνηση είναι εκτός θέματος, όταν εγείρει ένα θέμα που δεν αφορά το πραγματικό πρόβλημα τής χώρας.

Σχετικά με το Άρθρο 16, το οποίο ονομάζει η Κυβέρνηση «μεταρρύθμιση», εγώ δεν το θεωρώ μεταρρύθμιση. Ο κ. Ανδρουλάκης έχει βάλει 40 αστερίσκους, λέγοντας ότι αυτό που ενδιαφέρει -πρωτίστως- είναι η δημόσια Παιδεία, η Δημόσια Τριτοβάθμια Εκπαίδευση. Το ερώτημα είναι, αν θα κάνουμε κάτι για αυτό ή θα μας έρθει ένα ξεκρέμαστο Νομοσχέδιο το οποίο απλώς θα λέει «τα Πανεπιστήμια πρέπει να είναι μέρος τής ιδιωτικής πρωτοβουλίας και δεν ενδιαφέρει τίποτα άλλο»;

Αλλά θα προσθέσω άλλον έναν άξονα στη συζήτηση. Πείτε μου εσείς ένα Πανεπιστήμιο, ιδιωτικό και κερδοσκοπικό, το οποίο θυμόσαστε, ως παράδειγμα καλής Παιδείας. Δεν θα σας έρθει στο μυαλό, γιατί όλα τα ιδιωτικά, κερδοσκοπικά Πανεπιστήμια που ξέρουμε ή έχουν πτωχεύσει ή δεν προσφέρουν καλά πτυχία. Τώρα, βεβαίως, υπάρχουν εξαιρέσεις αλλά μέσα σε ποιο πλαίσιο υπάρχουν αυτές οι εξαιρέσεις; Άρα, ένα τέτοιο Νομοσχέδιο δεν είναι: «Ναι, Όχι, Γεια σας», είναι να κάτσουμε να εξετάσουμε, αν αυτή η Κυβέρνηση ακόμη και αυτήν την αλλαγή που θέλει να κάνει, την παίρνει σοβαρά ή θα μας έρθει κάτι το οποίο, απλώς θα είναι ένα άνοιγμα τής αγοράς σε οποιονδήποτε θέλει να κερδοσκοπήσει από τις αγωνίες των παιδιών που θέλουν να σπουδάσουν.