«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,

Γερμανός επιχειρηματίας πάει σε τράπεζα στο Παγκράτι, για να ανοίξει εταιρία τεχνητής νοημοσύνης.

Σε κάποιους μπορεί να ακούγεται σαν ανέκδοτο.

Δεν είναι. Αλλά δυστυχώς ανέκδοτο, κακόγουστο, γίνεται στην πορεία.

Ο Γερμανός αυτός έχει ήδη εταιρία τεχνητής νοημοσύνης, στην Κολωνία.

Και θέλει να ανοίξει παράρτημα στον Νέο Κόσμο, στα όρια με τον Δήμο Βύρωνα.

Βρίσκει 18 Ελληνόπουλα με διδακτορικά, σε θέματα που τον ενδιαφέρουν.

Και πάει στην τράπεζα, για να ζητήσει δάνειο.

Όλα πάνε καλά, μέχρι που ο τραπεζίτης ζητάει ενέχυρο.

«Τι ενέχυρο;» ρωτάει ο αφελής Γερμανός.

«Ένα σπίτι για παράδειγμα», του απαντάει ο τραπεζίτης.

«Μα έχω το business plan που σας έστειλα. Δεν το διαβάσατε;

Έχουμε πείρα σε αυτό που κάνουμε, βάζουμε δικά μας κεφάλαια, παίρνουμε ρίσκο και δημιουργούμε θέσεις εργασίας για καλά αμειβόμενους Έλληνες επιστήμονες. Δεν φτάνει;»

«Δυστυχώς, όχι» απαντάει, εμφατικά, ο τραπεζίτης.

Και κάπου εκεί τελειώνει το όνειρο του Γερμανού, που είχε εντυπωσιαστεί με την ποιότητα των νέων Ελληνίδων και Ελλήνων, που είχε επιλέξει.

Μαζί και το όνειρο αυτών των νέων ανθρώπων, να μείνουν στην πατρίδα τους να κάνουν επάγγελμα αυτό που σπούδασαν.

Δεν ξέρω τι απέγινε με αυτά τα Ελληνόπουλα.

Σας συνιστώ όμως να μην επιδιώξετε να γνωρίσετε τους γονείς τους.

Το τι θα ακούσετε δεν λέγεται.

Και θα έχουν όλα τα δίκια του κόσμου.

Διότι, η πραγματικότητα είναι ότι το πολιτικό σύστημα ευθύνεται για αυτό το τραπεζικό σύστημα και θα σας εξηγήσω γιατί.

Όταν άκουσα αυτή την ιστορία, έψαξα να βρω τι θεωρούν οι ίδιοι οι τραπεζίτες ότι είναι τα χαρακτηριστικά ενός καλού τραπεζίτη.

Ο καλός τραπεζίτης, λοιπόν, κατά τις ίδιες τις τράπεζες, έχει πέντε χαρακτηριστικά:

(Μεταφράζω από εξειδικευμένη ιστοσελίδα)

  1. Δεν κρύβει την αλήθεια στα μικρά γράμματα.
  2. Σε ακούει και σε στηρίζει σε αυτό που θέλεις να κάνεις.
  3. Σου προσφέρει ανταγωνιστικά επιτόκια.
  4. Σου προσφέρει εξειδικευμένα προϊόντα που ταιριάζουν στις ανάγκες σου.
  5. Μπορεί να σου εξυπηρετήσει το σύνολο των χρηματοπιστωτικών σου αναγκών

Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά, που βάζουν οι ίδιες οι τράπεζες, δεν υπάρχει στην Ελλάδα «καλός» τραπεζίτης.

Όχι διότι είναι κακοί άνθρωποι. Αλλά, διότι, έχουμε ένα άρρωστο τραπεζικό σύστημα: που βγάζει τα λεφτά του από τα ψιλά γράμματα, σε παίρνει δέκα φορές αν χρωστάς αλλά δεν απαντάει το τηλέφωνο όταν ψάχνεις να κάνεις διακανονισμό, έχει την μεγαλύτερη διαφορά επιτοκίων χορηγήσεων από τα επιτόκια καταθέσεων, έχει εξειδικευμένα προϊόντα μόνο για πολύ καλούς πελάτες, και εξυπηρετεί τις ανάγκες σου μόνο αν πληρώσεις πολύ-πολύ αδρά για κάθε μία από αυτές, άσχετα με το κόστος της υπηρεσίας που σου προσφέρει.

Από αυτές τις διαπιστώσεις προκύπτουν τρία εύλογα ερωτήματα:

  1. Χρειαζόμαστε υγιές τραπεζικό σύστημα και τι σημαίνει αυτό;
  2. Γιατί δεν έχουμε σήμερα υγιές τραπεζικό σύστημα;
  3. Και τι μπορούμε να κάνουμε για να το αποκτήσουμε;

Ας τα πάρουμε ένα-ένα:

Χρειαζόμαστε υγιές τραπεζικό σύστημα;

Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι απλή:

Ναι.

Γιατί;

Όλοι συμφωνούμε, και έχω ακούσει και την Κυβέρνηση και τους Βουλευτές της πλειοψηφίας να λένε ότι πρέπει να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας.

Κανείς, όμως, από εσάς, δεν λέει «πώς».

Βασική συνθήκη για να το πετύχουμε: η διεύρυνση της παραγωγικής μας βάσης.

Αν δεν βάλουμε περισσότερες Ελληνίδες και Έλληνες στο παιχνίδι της ανάπτυξης, πώς θα αλλάξουμε τι παράγουμε;

Εγώ, για παράδειγμα, είμαι ιχθυοτρόφος.

Μπορώ αύριο να κάνω εταιρία τεχνητής νοημοσύνης;

Προφανώς όχι.

Ο Γερμανός, όμως, μπορούσε. Αυτός και 18 Ελληνόπουλα.
Και τους γυρίσαμε την πλάτη.

Διότι, για να διευρύνουμε την παραγωγική μας βάση, έχουμε πέντε εργαλεία:

  1. Τα περιουσιακά στοιχεία που εκμεταλλευόμαστε. 
  2. Τις πλουτοπαραγωγικές πηγές μας, που παραμένουν ανεκμετάλλευτες.
  1. Τα χρήματα που έρχονται από το εξωτερικό.
  1. Το φορολογικό σύστημα.
  1. Και, βεβαίως, τις τράπεζες.

Και η πραγματικότητα είναι ότι κανένα από τα παραπάνω δεν αξιοποιεί η Κυβέρνηση για να αλλάξει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας. Αντίθετα, επενδύει πακτωλό χρημάτων για να το κρατήσει όπως είναι.

Η έλλειψη φαντασίας και γνώσης στη χρηματοδότηση νέων δραστηριοτήτων, το υψηλό κόστος λειτουργίας, και η άρνηση των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις, πνίγουν στην αδράνεια την ελληνική δημιουργία και διώχνουν τα παιδιά μας στο εξωτερικό.

Τίποτα δεν διατηρεί το σημερινό αδιέξοδο στο παραγωγικό μοντέλο, όσο η έλλειψη ενός τραπεζικού συστήματος με προοπτική.

Άρα, ναι, χρειαζόμαστε ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που θα χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της χώρας.

Που μπορεί να διακρίνει ποιες οικονομικές δραστηριότητες αξιοποιούν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, της κάθε γεωγραφικής περιοχής, και τι χρειάζονται αυτές για να δημιουργήσουν νέες αγορές.

Για να γίνει αυτό, θέλουμε ένα τραπεζικό σύστημα που μπορεί να χρηματοδοτήσει τους βασικούς παίχτες της Ελληνικής οικονομίας, που είναι η μικρομεσαία επιχείρηση, που μπορεί να χρηματοδοτήσει την μετάβαση της οικονομίας από δημόσια σε ιδιωτική, και που θα το κάνει αυτό αρκετά γρήγορα, για να μην φύγουν τα παιδιά μας στο εξωτερικό.

Γιατί δεν έχουμε τέτοιο τραπεζικό σύστημα, σήμερα;

Απλές κουβέντες:

Διότι δεν υπάρχει ανταγωνισμός.

Έχουμε τέσσερεις συστημικές τράπεζες, οι οποίες θέτουν τους κανόνες του παιχνιδιού, χωρίς κανένας να τους αμφισβητεί.

Είναι καρτέλ, που συμφωνεί τι θα χρεώσει τους πελάτες του;

Μπορεί.

Μπορεί και όχι.

Αλλά είναι αρκετά λίγες οι υπάρχουσες τράπεζες, που ένας να πάρει την πρωτοβουλία να χρεώσει κάτι παραπάνω, οι άλλοι ακολουθούν.

Το είδαμε στις χρεώσεις του IRIS. Μια μέρα η μία, την άλλη μέρα οι άλλες τρεις.

Τώρα, για να μην παρεξηγηθώ.

Κατανοούμε, ως ΠΑΣΟΚ, ότι μια τράπεζα δεν είναι φιλανθρωπικό ίδρυμα.

Πρώτη της προτεραιότητα είναι οι μέτοχοί της.

Σωστό, λάθος, αυτή είναι η πραγματικότητα ενός τραπεζικού συστήματος χωρίς κρατικό παίκτη.

Όμως, ως εταιρία, τα κέρδη που μοιράζουν στους μετόχους τους, δεν πρέπει να προκύπτουν από ολιγοπωλιακές καταστάσεις, αλλά από πραγματικό και υγιή ανταγωνισμό.

Όχι επειδή όλο το παιχνίδι είναι στα μέτρα τους, αλλά επειδή η μια καταφέρνει να είναι καλύτερη από την άλλη.

Και άρα, για να απαντήσω και το τρίτο ερώτημα, μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα υγιές τραπεζικό σύστημα, μόνο αν δημιουργήσουμε υγιή ανταγωνισμό.

Για αυτό και εμείς δεν είμαστε αντίθετοι στη δημιουργία 5ου πυλώνα.

Άρα, όλα καλά με τη συγκεκριμένη σύμβαση;

Η απάντηση εδώ, είναι ένα εμφατικό όχι».

Και για αυτό, επιφυλασσόμαστε.

Για να σας κάνουμε μια σειρά από ερωτήσεις, που απαιτούν καθαρές απαντήσεις.

Τις βάζω σε δύο ενότητες:

Πρώτη ενότητα, λύνει αυτή η σύμβαση το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας των Ελληνικών τραπεζών;

Και δεύτερο, γίνεται με τους καλύτερους όρους για τους Έλληνες φορολογούμενους;

Η απάντηση στο πρώτο ερώτημα, αν λύνει το πρόβλημα του ανταγωνισμού, είναι «ναι μεν, αλλά»

Όχι μόνο από εμάς.

Η επιστολή του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας μιλάει και για ανταγωνισμό.

Το θεωρεί ένα θετικό βήμα.

Αλλά κυρίως μιλάει για το πώς αυτή η συμφωνία διασφαλίζει, για την ώρα, να μην βιώσουμε χειρότερα.

Να μην χάσουν οι πελάτες τις καταθέσεις τους.

Εσείς, κύριε Υπουργέ, τι λέτε; Υπάρχει πραγματικά κίνδυνος;

Επίσης, βάζει βάσεις για ένα υγιές τραπεζικό σύστημα, μια ακόμα τράπεζα μόνη της;

Ή θέλει ολοκληρωμένη τραπεζική πολιτική;

Θα μπορούσαμε, για παράδειγμα, να έχουμε δημόσιες τράπεζες.

Μην σας φοβίζει ο όρος.

Στην Γερμανία, 35% περίπου των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, στηρίζονται άμεσα από το κράτος, με σκοπό να πυροδοτήσουν τοπικές οικονομίες.

Θα μπορούσαμε να έχουμε τοπικά χρηματοπιστωτικά εργαλεία ανάπτυξης, χρηματοδοτούμενα και με ΕΣΠΑ, μια πρόταση που συγκρότησαν συνεργάτες μου, που αξιοποιεί Ευρωπαϊκά κονδύλια, με σκοπό να μην πάνε άμεσα και μόνο σε μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά και σε τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που στηρίζουν περιφερειακά προγράμματα ανάπτυξης.

Θα μπορούσαμε, επίσης, να δώσουμε παραπάνω κίνητρα σε επενδυτές που θέλουν να δημιουργήσουν τράπεζες για καινοτόμες, αγροτικές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Και θα μπορούσαμε, ως χώρα, να αξιοποιήσουμε τα εκατοντάδες νέα χρηματοπιστωτικά εργαλεία, που φυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, σε κάθε γωνιά του κόσμου.

Οπότε, θα ήθελα να ακούσω κε Υπουργέ, αν θεωρείτε ότι σε αυτήν τη συμφωνία, εξαντλούνται οι πρωτοβουλίες σας ή αν έχετε και άλλα σχέδια για την αύξηση του ανταγωνισμού των τραπεζών ή έχετε άλλα σχέδια τα οποία θα μας δώσετε άμεσα;

Ρωτάω και επιμένω, διότι μέχρι σήμερα η κυβερνητική πολιτική για τον ανταγωνισμό των τραπεζών, έχει εξαντληθεί στο δικαίωμα που δώσατε στα funds, που έχουν φέρει τους δανειολήπτες σε απόγνωση, να δίνουν και αυτές δάνεια στους ίδιους δανειολήπτες.

Και μέχρι σήμερα, όχι μόνο δεν έχετε κυβερνητική πολιτική για ένα υγιές τραπεζικό σύστημα, αλλά δεν χάνετε ευκαιρία να παίρνετε το μέρος του άρρωστου.

Σας λέμε για την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Μας λέτε «να, να, τώρα έβαλαν πρόστιμα». Μετά από πέντε χρόνια που είστε Κυβέρνηση!

Σας λέμε για την διαφορά επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων, μάς λέτε θα τα φτιάξει ο ανταγωνισμός.

Αν και όταν δημιουργηθεί.

Σας λέμε για υψηλές χρεώσεις.

Μας λέτε «είναι τζάμπα το IRIS».

Σας λέμε δεν είναι τζάμπα.

Μας λέτε «ναι, αλλά ήταν».

Σας λέμε ότι βάζετε τις τράπεζες και τα funds να σας γράψουν τα Νομοσχέδιά σας.

Και μας ρωτάτε, με απορία, «Και ποιος να τα γράψει; Οι δανειολήπτες;»

Και όταν καλούμε, εδώ, την Ένωση Τραπεζών, να μας εξηγήσουν τρία πράγματα για τις απαράδεκτες πρακτικές των μελών τους απέναντι σε κόσμο που υποφέρει, εσείς κοιτάτε αμήχανα, όταν η μόνη τους απάντηση είναι «ρωτήστε την Κυβέρνηση.»

Σα να λέει, «Η Κυβέρνηση μιλάει για εμάς, τις τράπεζες, στο Ελληνικό Κοινοβούλιο».

Κακά τα ψέματα, κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι:

Η πραγματικότητα είναι ότι κυβερνητική πολιτική για υγιές τραπεζικό σύστημα, δεν μπορούν να κάνουν αυτοί που υπερασπίζονται το άρρωστο.

Πάμε, τώρα, σε κάποια ερωτήματα που προκύπτουν από τη σημερινή συμφωνία:

Πρώτον, πώς φτάσαμε ως εδώ;

Έχετε κάνει αξιολόγηση των διοικήσεων των τραπεζών, στο χρονικό διάστημα από την κατάρρευση των τραπεζών μέχρι σήμερα;

Ή την αξιολόγηση, την εξαντλείτε στους δασκάλους;

Σας τιμάει ότι 5 χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας, ακόμα βάζετε τον «μπαμπούλα» της ασφάλειας καταθέσεων να σας ξελασπώνει για τα λάθη σας;

Πότε μάθατε, για πρώτη φορά, ότι κινδυνεύουν καταθέσεις καταθετών και τι κάνατε για αυτό;

Πριν την ενεργοποίηση του αναβαλλόμενου φόρου ή μετά;

Ψάξατε, ποτέ, ποιος πήρε δάνειο από την Τράπεζα Αττικής, γιατί και πώς κοκκίνισε;

Και τι συμπεράσματα βγάλατε, για τον τρόπο που λειτουργούσε η τράπεζα;

Με τη σημερινή συμφωνία πόσα και ποια από αυτά, φροντίζετε να πάνε στην ντουλάπα με τους άλλους σκελετούς του τραπεζικού συστήματος;

Τι θα είχε γίνει, αν αυτά τα λεφτά που βάζετε τώρα, είχαν μπει πριν μερικά χρόνια;

Θα ήταν, τουλάχιστον η Τράπεζα Αττικής, πιο υγιής;

Και θα μπορούσε να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους με την Παγκρήτια;

Ή αφήσατε να σαπίσουν τα πράγματα, πριν έρθετε να μας πείτε «βάλτε πλάτη ρε παιδιά χανόμαστε»;

Και τέλος, υπάρχει τίποτα μέσα στη συμφωνία, έστω κάτι για τα μάτια του κόσμου, που να διασφαλίζει ότι αυτή η συμφωνία θα αλλάξει το σκηνικό στις Ελληνικές τράπεζες;

Κάτι που να τους δεσμεύει, ως προς τις καινοτόμες ή τις μικρομεσαίες ή τις αγροτικές επιχειρήσεις;

Κάτι που να ζητάει μέρος των χρημάτων που δίνει ο Έλληνας φορολογούμενος, να πάει εκεί που θα βοηθήσει πραγματικά την Ελληνική οικονομία;

Ή φτιάχνουμε μια τράπεζα κατ’ εικόνα και ομοίωση των άλλων τεσσάρων, που θα εκμεταλλευτεί μια ολιγοπωλιακή κατάσταση για να βγάλει λεφτά για τους ιδιώτες, αγνοώντας τον ουσιαστικό ρόλο του χρηματοπιστωτικού συστήματος;

Για αυτές τις ερωτήσεις περιμένω, ειλικρινά, τις απαντήσεις σας.

Όταν όμως απαντήσετε, σας παρακαλώ να έχετε στο μυαλό σας εκείνους τους γονείς των 18 παιδιών, που ελπίζουν ότι μια μέρα τα όνειρά τους θα μπορούν να γίνουν πραγματικότητα και σ’ αυτήν τη χώρα».