Ενέργεια που μάς ανήκει – Μία πρόταση για την ανάκτηση του εκδημοκρατισμού της ενέργειας
Άρθρο μου στην ιστοσελίδα Libre, στον δημοσιογράφο Χρόνη Διαμαντόπουλο
Ποιο είναι για την Ελλάδα το σημαντικότερο προτέρημα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας; Αυτό που ακούγεται λιγότερο μέχρι σήμερα: ότι είναι δικές μας. Ότι μπορούμε να τις αξιοποιούμε όποτε θέλουμε, όπου θέλουμε, για όποιον θέλουμε. Δηλαδή, ότι μπορούν να μας παρέχουν εθνική, τοπική, και μια μέρα, ατομική ενεργειακή ελευθερία και αυτονομία. Προτέρημα, που δεν μας δίνει μόνο την ευκαιρία να προγραμματίσουμε, ελεύθεροι από φόβο, την οικονομική μας ανάπτυξη, αλλά που μάς διασφαλίζει μια μικρή αλλά σημαντική απόσταση ασφαλείας από τις γεωπολιτικές συρράξεις, αποικιακές παρεμβάσεις και δικτατορίες που κόστισαν ακριβά στην πατρίδα μας, τον 20ο αιώνα.
Γιατί, όμως, πολλοί δε νιώθουμε ότι είναι έτσι; Γιατί νιώθουμε ότι οι ΑΠΕ είναι «πετρελαιοπηγές» μεγάλων συμφερόντων που φύτρωσαν ξαφνικά στο βουνό πάνω από το σπίτι μας; Διότι, στο πρώτο κύμα ανάπτυξής τους, χάσαμε την ευκαιρία να τις κάνουμε και να τις νιώσουμε πραγματικά «δικές μας». Χάσαμε την ευκαιρία να νιώσουμε ότι ο λογαριασμός που έρχεται στο σπίτι μας, αποτυπώνει το κόστος ενός προϊόντος που εμείς δημιουργήσαμε και εμείς αποφασίζουμε πώς θα καταναλώσουμε. Σήμερα, όμως, γεννιέται μια δεύτερη ευκαιρία να το κάνουμε και αυτήν τη φορά δεν πρέπει να τη χάσουμε. Θα εξηγήσω πώς.
Η Ελληνίδα και ο Έλληνας μπορούν να είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι των ΑΠΕ, διότι ο ήλιος, η θάλασσα και ο αέρας της πατρίδας μας φτάνουν και περισσεύουν για τις ανάγκες μας. Πώς, όμως, αυτό θα γίνει κτήμα κάθε νοικοκυριού; Μόνο όταν μπορούμε να συμμετέχουμε σε αποφάσεις που σχετίζονται με τον τρόπο και τον σκοπό για τον οποίο παράγουμε. Με λίγα λόγια, όταν αξιοποιηθεί και γίνει κτήμα μας, ο «εκδημοκρατισμός της ενέργειας».
Τι σημαίνει «εκδημοκρατισμός της ενέργειας»; Φανταστείτε για παράδειγμα, η Περιφέρεια ή ο Δήμος να παράγουν για τους δημότες τους, ο Συνεταιρισμός για τους αγρότες του, το Επιμελητήριο για τις μικρομεσαίες του επιχειρήσεις. Έτσι, όχι μόνο η κάθε περιοχή της χώρας και η κάθε κοινωνική ομάδα θα μπορεί να παράγει την ενέργεια που χρειάζεται, αλλά θα μπορεί να σχεδιάζει και να υλοποιεί κοινωνική και οικονομική πολιτική για τα μέλη της. Όχι αύριο. Σήμερα. Ο Δήμος θα μπορούσε σήμερα, να παρέχει ενέργεια χωρίς κόστος στους ευάλωτους συμπολίτες μας, ο Συνεταιρισμός να μειώνει τα τιμολόγια ύδρευσης και μεταφοράς, τώρα που οι τιμές των αγροτών του δεν είναι ανταγωνιστικές, και τα Επιμελητήρια να παρέχουν φθηνότερη ενέργεια στις πιο ενεργοβόρες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπως αυτές που μας παρέχουν βασικά αγαθά, όπως το γάλα και το ψωμί. Με άλλα λόγια, ενώ κάποτε το κράτος ήταν αδύναμο απέναντι σε έθνη που μονοπωλούσαν την ενέργεια, σήμερα, όλοι οι Έλληνες έχουμε στα χέρια μας τη δύναμη να υλοποιούμε πολιτικές σε τοπικό και συλλογικό επίπεδο. Ο εκδημοκρατισμός της ενέργειας μεταφέρει τη δύναμη από ξένα χέρια, στα δικά μας.
Πλην, όμως, η Κυβέρνηση παρέδωσε τις ΑΠΕ σε μεγάλες επιχειρήσεις που, όπως θα περίμενε κανείς, προτάσσουν το επιχειρηματικό τους συμφέρον έναντι οποιουδήποτε κοινωνικού και συλλογικού οφέλους. Έτσι, όταν ήρθε η ενεργειακή κρίση, τα τιμολόγια των ευάλωτων νοικοκυριών, των αγροτών και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, όχι μόνο δεν λειτούργησαν ως σωσίβια ασφαλείας αλλά διογκώθηκαν από τον καιροσκοπισμό που βλέπαμε σε όλα τα στάδια των εφοδιαστικών αλυσίδων. Για να διορθώσει το λάθος της, η Κυβέρνηση προσπάθησε να το ισορροπήσει με pass. Pass στους ευάλωτους, τους αγρότες και τους μικρομεσαίους. Και έτσι, αντί να δημιουργούμε μια Ελλάδα που συναποφασίζει για τον μέλλον της, φτιάξαμε μια Ελλάδα που για πολλοστή φορά περιμένει ελεημοσύνη από το κράτος «μπαμπά» της. Πολιτική που κερδίζει εκλογές, όχι όμως καρδιές.
Γιατί; Υπέρ το δέον, πρόθυμη να υπηρετήσει τους πράσινους στόχους της Ευρώπης γρηγορότερα από άλλες χώρες και υποστηριζόμενη από επιχειρηματικά συμφέροντα, η Κυβέρνηση, όχι μόνο επιτάχυνε την απολιγνιτοποίηση, αλλά προσέφερε τη μερίδα του λέοντος των ΑΠΕ σε μεγάλες επιχειρήσεις που μπορούσαν να επενδύσουν γρήγορα, χάνοντας έτσι το προνόμιο να αξιοποιήσει τη μεγάλη δύναμή τους. Σήμερα, όμως, έχει την ευκαιρία, αν όχι να ανακτήσει το πλεονέκτημα, τουλάχιστον να το ισορροπήσει.
Διότι, η Ελλάδα δεν πρόκειται να πετύχει τη μετάβαση για την οποία σωστά έχει δεσμευτεί, αν δεν ολοκληρώσει την παραγωγή των ΑΠΕ στη θάλασσα. Αν δεν κάνει δηλαδή παράκτια πάρκα, η δυναμική των οποίων είναι πολλαπλάσια, συγκριτικά με το τι έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα. Η πρότασή μου λοιπόν, για να διορθώσει το λάθος της η Κυβέρνηση, είναι να απαιτήσει ως μέρος της αδειοδότησης, ή/και της πώλησης των αιολικών παράκτιων πάρκων, αντισταθμιστικά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και τους τοπικούς παραγωγούς. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει, ανταλλαγή παράκτιων δικαιωμάτων για χερσαία. Και αυτό σημαίνει, ότι η ανεμογεννήτρια στο βουνό πάνω από το σπίτι μας, αντί να δουλεύει για μια μεγάλη πολυεθνική, θα δουλεύει για εμάς. Θα μάς ανήκουν τα δικαιώματα και η ενέργεια που παράγει, για να αποφασίζουμε εμείς τι θα την κάνουμε και προς όφελος ποιας κοινωνικής ομάδας. Με αυτόν τον τρόπο, δεν θα πετύχουμε μόνο να κάνουμε κοινωνική και οικονομική πολιτική, αλλά να την συναποφασίζουμε μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες που θα μάς φέρνουν πιο κοντά, ως τοπική κοινωνία.
Μόνη πραγματική δυσκολία, στην πρόταση που βάζω στο τραπέζι, είναι ότι απαιτεί αλλαγή νοοτροπίας του πολιτικού συστήματος το οποίο προτιμάει να ελέγχει τα πάντα προς όφελός του και των φίλων του. Όμως, αυτή είναι η διαφορά μιας συντηρητικής Κυβέρνησης που θέλει να μείνουν όλα ίδια και μιας προοδευτικής που ψάχνει κάθε ευκαιρία να αλλάξει τα πράγματα προς όφελος τής κοινωνίας και των πολιτών της. Δική μας δουλειά, είναι να αναδείξουμε τη διαφορά και στο χέρι της κοινωνίας είναι να επιλέξει ποιον δρόμο θα πάρει.