Απάντηση σε επίκαιρη ερώτηση σχετικά με την κατάρρευση τμήματος της γέφυρας Ντε Μποσέ στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας
Θεώρησα σημαντικό να απαντήσω ο ίδιος σε αυτή την ερώτηση, κύριε Βαΐτση Αποστολάτε, γιατί καταρχήν, όταν κάνει μια ερώτηση ο Αντιπρόεδρος της Βουλής αυτό κάτι σημαίνει, κατά δεύτερον διότι ξέρω ότι και εσείς και εγώ αυτή την ερώτηση την αντιμετωπίζουμε από μια βαθιά αγάπη για το νησί μας και ο τρίτος λόγος είναι γιατί θεωρώ […]
Θεώρησα σημαντικό να απαντήσω ο ίδιος σε αυτή την ερώτηση, κύριε Βαΐτση Αποστολάτε, γιατί καταρχήν, όταν κάνει μια ερώτηση ο Αντιπρόεδρος της Βουλής αυτό κάτι σημαίνει, κατά δεύτερον διότι ξέρω ότι και εσείς και εγώ αυτή την ερώτηση την αντιμετωπίζουμε από μια βαθιά αγάπη για το νησί μας και ο τρίτος λόγος είναι γιατί θεωρώ ότι η ερώτησή σας αφορά ένα θέμα το οποίο δείχνει σε πολύ λίγα λεπτά όλη την κακοδαιμονία του ελληνικού δημοσίου.
Ό,τι έχει πάει στραβά σε αυτό κράτος και ό,τι ευθύνεται για το ότι βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, μπορεί να το βρει κανείς σε αυτή την έρμη τη γέφυρα του Αργοστολίου και θα εξηγήσω. Είναι σαν μια κακή ταινία του Χόλυγουντ, τα έχει όλα μέσα. Έχει την ασυνεννοησία του κεντρικού κράτους με την περιφέρεια. Έχει απίθανη γραφειοκρατία και εκμετάλλευση διοικητικών διαδικασιών με το χειρότερο δυνατό τρόπο. Έχει δαιμονοποίηση των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους.
Έχει τοπικά μέσα και τοπικούς άρχοντες οι οποίοι χαϊδεύουν αυτιά αντί να νοιάζονται για τον τόπο τους και έχει πάνω απ’ όλα βεβαίως την ατολμία του κεντρικού κράτους να δώσει μια οριστική λύση στα θέματα.
Όλο αυτό το σκηνικό θα έπρεπε να έχει εξελιχθεί διαφορετικά. Θα έπρεπε η τοπική κοινωνία να έρθει και να πει ότι έχουμε ένα πρόβλημα με τη γέφυρα. Εάν μπορεί να το λύσει, να το λύσει. Εάν δεν μπορεί, να έρθει στο κεντρικό κράτος, το κεντρικό κράτος να σχεδιάσει, να βρει τα χρήματα, να κάνει τη διαδικασία που χρειάζεται για να προχωρήσει ο σχεδιασμός του έργου και μετά το κεντρικό κράτος μαζί με την τοπική κοινωνία να δώσουν λύση στο πρόβλημα. Έγιναν σε όλα ακριβώς το αντίθετο. Η διαδικασία που ακολουθήθηκε ήταν μπλεγμένη, ήταν από την αρχή ως το τέλος μια αντιπαράθεση μεταξύ όλων των φορέων που εμπλέκονταν σ’ αυτή τη διαδικασία.
Η γέφυρα ξέρετε πότε πρωτοαποφασίστηκε να γίνει πεζόδρομος; Το 1985. Ξέρετε πότε έκλεισε; Το 2005, είκοσι χρόνια μετά. Αυτό δείχνει πόση δυνατότητα έχει το κράτος να παίρνει αποφάσεις και να τις υλοποιεί. Πήρε είκοσι χρόνια για ένα μνημείο -που όπως το περιγράψατε και εσείς, είναι ένα τοπικό αριστούργημα που δίνει χαρακτήρα στο νησί- για να την κλείσουν. Εντάχθηκε το έργο στο Γ’ ΚΠΣ πριν από τρία χρόνια, απεντάχθη πάλι από μικροτοπικά συμφέροντα και το ξαναβάλαμε στο Δ’ ΚΠΣ τώρα και παρόλα αυτά μέσα από διοικητικές διαδικασίες καθυστέρησαν τον εργολάβο να μπει και τελικά ο εργολάβος μπήκε όταν κατέρρευσε ένα κομμάτι της γέφυρας. Αυτό σας τα λέει όλα.
Δεν υπήρχε περίπτωση ένα τέτοιο μνημείο, που βρίσκεται στην προσοχή του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού τόσα χρόνια, σε οποιαδήποτε άλλη χώρα να πάρει τόσο καιρό και να πρέπει να υποστεί σαράντα έξι διαφορετικές διοικητικές πράξεις για να μπορέσει να γίνει ένα έργο το οποίο για όλους τους ανθρώπους εκτός από κάποια μικροσυμφέροντα, είναι ζωτικής σημασίας για τον τόπο.
Το καταθέτω για να υπάρχει και στα αρχεία της Βουλής.
ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΑ
Κύριε Αντιπρόεδρε, κατ’ αρχήν μιας και σας αρέσουν οι ιστορικές διαδρομές, να σας πω κάτι για να σας αναπτερώσω λίγο το ηθικό.
Δεν είναι η πρώτη φορά που αυτό το νησί μας αλλά και το ευρύτερο ελληνικό Δημόσιο, αν θέλετε, αντιμετωπίζει τέτοια προβλήματα. Για την ακρίβεια, όταν κτίστηκε η γέφυρα Ντε Μποσέ υπήρχαν τόσες πολλές αψιμαχίες μεταξύ των ανθρώπων οι οποίοι εμπλέκονταν σ’ όλη αυτή τη διαδικασία, υπήρχαν τόσες πολλές αψιμαχίες όσον αφορά τα τοπικά συμφέροντα, που στο τέλος ο Διοικητής τότε της περιοχής είπε: «εγώ με το ξίφος μου θα κόψω το γόρδιο δεσμό». Δηλαδή ακόμη και τότε τα μικροσυμφέροντα ήλεγχαν την κατάσταση, ώστε να μην μπορεί η κεντρική εξουσία να κάνει τη δουλειά της.
Πρέπει να πω ότι την ευκαιρία να λυθεί ο «γόρδιος δεσμός» την έδωσε δυστυχώς αυτή η καταστροφή της γέφυρας, πράγμα το οποίο επίσπευσε τις διαδικασίες. Καταφέραμε να βάλουμε τον εργολάβο να αρχίσει να δουλεύει, ο οποίος παρεμπιπτόντως είχε πάρει και τα χρήματα και δεν τον άφηναν να δουλέψει λόγω κάποιου χαρτιού, το οποίο χρειαζόταν από το Λιμενικό Σώμα. Επρόκειτο για μία πραγματικά γραφειοκρατική αντιμετώπιση των πραγμάτων.
Σε ό,τι αφορά το Κέντρο, θα σας πω το εξής. Εάν θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα του Κέντρου, όπως και αν θέλουμε να λύσουμε το πρόβλημα της ανάπτυξης στην Ελλάδα ή αν θέλουμε να λύσουμε εν γένει τα προβλήματα του ελληνικού Δημοσίου –και θα έβαζα και τη Γέφυρα μέσα σ’ αυτά, σαν παράδειγμα- δεν μπορούμε πλέον να λέμε ότι αυτό είναι δουλειά ενός άλλου Υπουργείου. Δεν μπορούμε να λέμε, για παράδειγμα, ότι φταίει το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη ή το Υπουργείο Οικονομικών ή οποιοδήποτε άλλο. Δεν γίνεται έτσι. Αυτός είναι ο τρόπος για να μην αναλαμβάνει κανένας τις ευθύνες του. Βεβαίως κι εγώ μπορώ να κρυφθώ πίσω από τις αρμοδιότητες του Υπουργείου μου και να πω ότι δεν μπορώ να κάνω τίποτα για το Κέντρο της Αθήνας.
Αυτό που χρειάζεται όμως είναι κάτι άλλο. Χρειάζεται μία διαφορετική και συλλογική αντιμετώπιση των πραγμάτων. Με δεδομένο ότι το πρόβλημα αυτό έχει φθάσει πια και ακουμπάει κάποια από τα πιο σημαντικά μνημεία της πόλης, εμείς ψάξαμε να βρούμε λύσεις σ’ αυτό. Συνεργαστήκαμε και με το Υπουργείο Υγείας και με τον Δήμο Αθηναίων και εξασφαλίσαμε 2 εκατομμύρια ευρώ από ρήτρες βίας που είχε βάλει ο ΟΠΑΠ στις ομάδες που ενεπλάκησαν σε βίαια επεισόδια. Είναι χρήματα τα οποία είχε υποσχεθεί ο ΟΠΑΠ στις ομάδες, που τα παρακράτησε λόγω αυτών των φαινομένων της βίας και τα αφιέρωσε, ώστε ο ΟΚΑΝΑ να μπορέσει να χρηματοδοτήσει προγράμματα μεθαδόνης για να λύσουμε ουσιαστικά και όχι επιφανειακά το πρόβλημα αυτών των ανθρώπων οι οποίοι ζουν σ’ αυτή την περιοχή.
Αυτό το λέω σαν ένα παράδειγμα, για να δείξω ότι αν συνεργαστούμε, πραγματικά μπορούμε να βρούμε λύσεις που είναι πολύ πιο ουσιαστικές και πολύ πιο μακροχρόνιες. Όσο ο καθένας λέει «εγώ έκανα ό,τι μπορούσα» και μένει εκεί, προφανώς δεν θα υπάρχει και λύση στα προβλήματα.
Τώρα, σε ό,τι αφορά τις ανεμογεννήτριες, θα σας πω μια εντελώς προσωπική άποψη. Αυτό το οποίο σήμερα ονομάζουμε φυσική καταστροφή θα πάρει άλλες διαστάσεις είκοσι χρόνια μετά. Νομίζω ότι θα πρέπει να ξαναδούμε γενικά την παρέμβαση που κάνουν αυτή τη στιγμή οι εναλλακτικές πηγές ενέργειας σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, τα οποία έχουν ένα ιδιαίτερο φυσικό κάλλος.
Είμαι από εκείνους που, όπως και εσείς, υποστηρίζουν την πράσινη ενέργεια, τις εναλλακτικές μορφές και θεωρώ ότι είναι απολύτως απαραίτητο να πάμε εκεί και όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Όμως, η πραγματικότητα είναι πως η τεχνολογία, όπως υπάρχει σήμερα, θα δημιουργήσει προβλήματα στο μέλλον. Ακόμη, τον κόσμο μπορεί να τον συνεπαίρνει η πολύ πιο καθαρή ενέργεια που παράγεται από αυτές τις μορφές, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία πως αν δεν προσέξει κανείς, μπορεί να δημιουργήσει αισθητικά προβλήματα σε περιοχές και να καταστρέψει διάφορα μνημεία.
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο αυτό το έχει λάβει υπ’ όψιν και σε ότι αφορά είτε φωτοβολταϊκά είτε ανεμογεννήτριες κοιτά όσο μπορεί να προστατέψει τα μνημεία και τις ευαίσθητες περιοχές από αυτά, ουσιαστικά, τα μηχανήματα που παράγουν την ενέργεια.
Όμως, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί, όπως κάποιοι θα ήθελαν, για να προστατεύουμε το περιβάλλον. Παρότι είμαι από αυτούς που πιστεύουν ότι οι αρχαιολόγοι στην Ελλάδα έχουν κάνει πολύ περισσότερα από το να σώσουν απλά τα μνημεία μας –έχουν καταφέρει να σώσουν και πάρα πολλά μέρη φυσικού κάλλους- δεν μπορεί αυτό το ΚΑΣ να είναι πάντα η τελευταία γραμμή άμυνας του ελληνικού δημοσίου απέναντι στα διάφορα έργα.
Έχουμε προσπαθήσει και έχουμε επιταχύνει τις διαδικασίες του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για να μην σταματούν οι επενδύσεις και να μπορούμε να προστατεύσουμε τα μνημεία μας, αλλά μέχρι εκεί. Από εκεί και πέρα, πρέπει να αναλογιστούμε τις επιρροές στο περιβάλλον και να παρθούν οι αποφάσεις από τα αρμόδια Υπουργεία και με αυτό το γνώμονα.
Ευχαριστώ.