Να μάθουμε από την τουριστική σεζόν, για να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη
Συνέντευξή μου στον ραδιοφωνικό σταθμό Nisi 93.9, με τον δημοσιογράφο Σάκη Βούτο – 21.07.2023
– Έχω μεγάλη αγάπη για την Κεφαλονιά και γι’ αυτό μου ζητήθηκε από μια εφημερίδα να γράψω, για δεύτερη φορά, ένα άρθρο για αυτήν. Την πρώτη φορά μίλησα για τους ανθρώπους της Κεφαλονιάς και τώρα ήθελα να μιλήσω για τις κρυφές της ομορφιές, που της προσδίδουν μια ιδιαιτερότητα. Σε άλλα νησιά, παίρνεις μια πεπατημένη, δέκα πράγματα που πρέπει να κάνεις στο νησί και πας και τα κάνεις. Εδώ, δεν χρειάζεται να πάρεις καμία λίστα. Μπορείς να ανακαλύψεις τις ομορφιές της Κεφαλονιάς μόνος σου, να χαθείς στα πανέμορφα βουνά και στις πανέμορφες παραλίες της και να ανακαλύψεις κάτι που δεν έχει ανακαλύψει κανείς άλλος. Γι’ αυτό και την χαρακτήρισα ως νησί των εξερευνητών.
-Η ησυχία μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας πρέπει να μας ανησυχεί. Η Ελλάδα έχει λάβει έναν εποικοδομητικό ρόλο στην περιοχή, έναν ρόλο σταθερότητας. Όσο πιο σταθεροποιητικός παράγοντας είναι η Ελλάδα, τόσο πιο δυνατή φωνή έχει στο εξωτερικό, για να πετύχει πράγματα. Αυτό το καλλιεργούμε και το καλλιεργούν όλα τα κόμματα.
Αντίθετα από εμάς, ο ρόλος της Τουρκίας είναι να λειτουργεί ως αποσταθεροποιητικός παράγοντας γιατί έτσι καταφέρνει και εξυπηρετεί τα συμφέροντά της. Συγκεκριμένα, όσο συμβαίνει αυτό, κάθε τόσο, έρχεται μια δύναμη και τη βοηθάει. Ή θα έρθει η Αμερική με τα F16 ή αν δεν ανταποκρίνεται η Αμερική, θα πάει στη Ρωσία και θα πάρει από εκεί τους πυραύλους της. Αν δεν έρθουν να επενδύσουν οι Ευρωπαίοι, θα έρθουν να επενδύσουν από τη Μέση Ανατολή. Άρα, όντας αποσταθεροποιητικός παράγοντας, ουσιαστικά εκβιάζει καταστάσεις, για να εξυπηρετεί τα συμφέροντά της.
Άλλες φορές αφήνει κάποιους μετανάστες να περνάνε τα σύνορα, άλλες φορές απειλεί με πόλεμο και άλλες φορές δημιουργεί αστάθεια στην ανατολική της μεριά, η οποία έχει μεγάλο ενδιαφέρον και για τα γεωπολιτικά ζητήματα. Πάντα βρίσκει έναν λόγο, για τον οποίο μετά θα απευθυνθεί σε κάποιον λέγοντας, «πλήρωσέ με για να ηρεμήσω». Αυτή είναι η στρατηγική της Τουρκίας. Για πόσο, λοιπόν, μπορούμε να είμαστε ήσυχοι με αυτήν την κατάσταση ενώ γνωρίζουμε, από πριν, ότι η Τουρκία κερδίζει όταν είναι αποσταθεροποιητικός παράγοντας;
–Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε κάτι σε σχέση με τον Ερντογάν. Ο Ερντογάν είναι σε μια ηλικία και σε μια πολιτική πορεία, κατά την οποία θα αναζητήσει να κάνει κάτι σημαντικό, για να αφήσει πίσω του στην Τουρκία. Αυτό, μπορεί να είναι μια τεράστια διοικητική μεταρρύθμιση που θα εκσυγχρονίσει το τουρκικό κράτος ή μια ανατροπή της δύναμης των αξιωματικών –για παράδειγμα- το οποίο είναι σχετικά απίθανο, όμως δεν πρέπει όμως να αποκλειστεί. Διαφορετικά, θα κινηθεί προς το εξωτερικό. Μπορεί με μια επιθετική κίνηση προς ανατολικά του ή να πετύχει κάτι με την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο δεν υπήρχε πριν. Αυτό που έχει αλλάξει στον Ερντογάν τώρα, εκτός από το γεγονός πως αποτελεί πιο ασταθή παράγοντα, είναι και πως χρειάζεται, σιγά-σιγά, να αφήσει πίσω το σημάδι του. Σε έναν βαθμό, είδαμε να το επιχειρεί και ο Πούτιν στην Ουκρανία. Δεν το πέτυχε, αλλά ένας από τους λόγους που κινήθηκε προς τα εκεί και άνοιξε αυτό το μέτωπο, είναι πως έτσι θα αφήσει και το δικό του σημάδι στη Ρωσία. Έχει κυβερνήσει τόσα χρόνια, είχε τη ρωσική οικονομία σε δυνατά πόδια, λόγω των πρώτων υλών. Άρα, χρειαζόταν κάτι για να μείνει στην ιστορία.
–Ο κ. Τσίπρας από πηγή δύναμης για τον ΣΥΡΙΖΑ, μετατράπηκε σε βάρος. Διότι, ο ΣΥΡΙΖΑ του κ. Τσίπρα μοιάζει να είναι μιας χρήσης, της χρήσης ενάντια στα μνημόνια. Αυτή την εικόνα δίνει αυτήν τη στιγμή. Άρα, όσο έμενε ο κ. Τσίπρας, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν καταδικασμένος να συρρικνώνεται. Η παραίτησή του, δίνει μια ευκαιρία στο κόμμα να δει αλλιώς τα πράγματα και από εκεί και πέρα θα φανεί, αν ο νέος ή η νέα πρόεδρος θα οδηγήσει το κόμμα σε μια άλλη περίοδο.
Ποια μπορεί να είναι όμως αυτή η περίοδος; Μπορεί να είναι μια από τα ίδια, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ θα προσπαθήσει να είναι ένα κόμμα της κεντροαριστεράς με αξιακό πλαίσιο αριστερό ή μια περίοδος που θα αλλάξει το αξιακό πλαίσιο του ΣΥΡΙΖΑ; Αυτή είναι η επιλογή που έχει ο νέος πρόεδρος ή η νέα πρόεδρος. Θα φανεί στο μέλλον, εάν θα έχουμε μια από τα ίδια ή αν θα δούμε μια ριζική, ριζοσπαστική -πλέον- αλλαγή μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που δεν μπορεί να κάνει, είναι να ελπίζει ότι θα γίνει κόμμα της κεντροαριστεράς, όταν το DNA του είναι τόσο αριστερό. Το DNA τού ΣΥΡΙΖΑ λέει ότι: «εγώ την Τοπική Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να τη χειραγωγήσω. Το Επιμελητήριο, το Πανεπιστήμιο πρέπει να το χειραγωγήσω». Αυτά, δεν είναι χαρακτηριστικά ενός προοδευτικού κόμματος, αλλά ενός συντηρητικού. Αν θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει προοδευτικός, θα πρέπει να καταλάβει πως αυτές οι συλλογικότητες, όχι μόνο πρέπει να απελευθερωθούν, αλλά πρέπει με κάθε τρόπο να ενισχυθούν, με εξουσίες του κεντρικού πολιτικού συστήματος. Αλλιώς, στην Ελλάδα, θα περιμένουμε πάντα το γραφείο του Πρωθυπουργού για τη λήψη μιας απόφασης. Ο κ. Τσίπρας έτσι κυβέρνησε. Δεν μπορείς να αυτοχαρακτηρίζεσαι προοδευτικό κόμμα με έναν Πρωθυπουργό, ο οποίος κάθεται και ασχολείται με το ποιος καθηγητής θα προσληφθεί σε ποιο Πανεπιστήμιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος μέχρι τώρα μιμείται το ΠΑΣΟΚ, πρέπει να κάνει μια «λοβοτομή». Αυτό, δεν είναι εύκολο για ένα εν ενεργεία κόμμα που μέχρι πρόσφατα θεωρείτο και επιτυχημένο. Οπότε, γίνεται λόγος για μια ριζοσπαστική αλλαγή, σε μια εποχή που η δύναμη του κόμματος προέρχεται από στελέχη που μόνο κεντροαριστερά δεν είναι. Αν παρατηρήσουμε, οι «ΠΑΣΟΚογενείς» δεν εκλέχτηκαν. Άρα, οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ζητούν για βουλευτές τους, ανθρώπους που είναι μιας άλλης νοοτροπίας σε σχέση με τον προοδευτικό χώρο του ΠΑΣΟΚ.
-Πριν από 10-12 χρόνια, όταν ήμουν Υπουργός Τουρισμού, καταστρώσαμε με τον ΣΕΤΕ και τον Σύλλογο Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων μια στρατηγική. Βασική προτεραιότητά μας ήταν να έρθει περισσότερος κόσμος, γιατί τα ξενοδοχεία ήταν άδεια. Αυτό στη συνέχεια λύθηκε και ήταν συμβολή τόσο δική μας, όσο και των επόμενων Υπουργών, της κας Κεφαλογιάννη και της κας Κουντουρά, καθώς συνεχίστηκε η συγκεκριμένη στρατηγική. Όμως έφτασε σε ένα σημείο, όπου δεν αρκούσε πλέον. Έπρεπε να σταματήσουμε να αναζητάμε τους περισσότερους επισκέπτες και να αρχίσουμε να αναζητάμε το μεγαλύτερο εισόδημα.
Η στρατηγική, κάθε 5 με 10 χρόνια το πολύ, πρέπει να ανανεώνεται. Έχουν περάσει 11 και ακόμα αναζητούμε τουρίστες, αντί να έχουμε μετατρέψει τον τουρισμό μας σε υψηλής ποιότητας τουρισμό και τα εισοδήματα αυτά να φτάνουν στην τοπική κοινωνία. Όσο περισσότερα άτομα φέρνεις, τόσο λιγότερα χρήματα μένουν στις τοπικές κοινωνίες, αφού ξοδεύουν λιγότερα κλείνοντας διάφορα πακέτα σε ξενοδοχεία. Φτάνοντας έτσι σε ένα σημείο, όπου ο τουρισμός είναι για λίγους. Εμείς θέλουμε ένα τουριστικό, ποιοτικό προϊόν το οποίο θα απευθύνεται σε όλους.
Υπάρχουν μονάδες, για παράδειγμα στην Κεφαλονιά οι οποίες, με προσωπικό ενδιαφέρον, καταφέρνουν και βγάζουν χρήματα, ζουν 3-4 οικογένειες γύρω από αυτές, παρέχουν μια καταπληκτική υπηρεσία στους επισκέπτες τους και έχουν κρατήσεις για τα επόμενα 4-5 χρόνια. Αυτοί οι άνθρωποι δίνουν προϊόν, μαγειρεύουν με ελληνικές πρώτες ύλες, βοηθούν τον επισκέπτη με προσωπική φροντίδα, βγάζοντας χρήματα τα οποία μένουν τοπικά. Αυτός πρέπει να είναι ο στόχος μας, είτε μιλάμε για μεγάλες μονάδες είτε μιλάμε για μικρά ξενοδοχεία (μπουτίκ).
Υπάρχουν αναβαθμισμένες μικρές μονάδες, οι οποίες παρέχουν υψηλής ποιότητας προϊόντα, ενώ την ίδια ώρα υπάρχουν μεγάλες επιχειρήσεις με μικρό αποτύπωμα. Άρα, το μέγεθος πρέπει να αντικατασταθεί με την ποιότητα και τη σχέση με την τοπική κοινωνία. Γιατί ποιότητα μπορεί να υπάρχει και σε μία μονάδα 5άστερη-6άστερη, που όμως δεν αφήνει κάτι στην τοπική κοινωνία, αλλά τα παίρνει όλα μία πολυεθνική. Σε αυτό το σημείο, πρέπει να βρούμε τη σωστή ισορροπία για τον ελληνικό τουρισμό.
Θα επαναλάβω κάτι που είπε και ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΤΕ. Αν θες να έχεις μια περιοχή καλή για τους τουρίστες, πρέπει να την έχεις πρώτα απ’ όλα καλή για τους ίδιους τους κατοίκους της. Αυτός πρέπει να είναι ο πρώτος μας στόχος.
Η Κυβέρνηση, πρέπει να κρατήσει τα μαθήματα αυτής της τουριστικής σεζόν και πριν αρχίσει να σχεδιάζει την επόμενη, να δούμε ποια στρατηγική θέλουμε για το νησί, έτσι ώστε ο τουρισμός να αναπτυχθεί με έναν τρόπο που θα κάνει καλό σε εμάς. Μην περιμένουμε να ξεκινήσει η επόμενη σεζόν, για να δούμε τι θα γίνει, αλλά να ξεκινήσουμε άμεσα να παίρνουμε μέτρα που θα βοηθήσουν.
-Η Κυβέρνηση της ΝΔ έχασε απίστευτο χρόνο να πάρει μέτρα και να κάνει ελέγχους στην αγορά. Η ακρίβεια ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του ’21 και ο πόλεμος στην Ουκρανία τον Μάρτιο του ’22. Πέρασαν 6 μήνες κατά τους οποίους δεν έκαναν τίποτα. Το Μάρτιο του ’22 αρχίζουν να συζητούν και παίρνουν μέτρα τον Ιούνιο του ’22, όπου ήδη ξεκινά να συρρικνώνεται το εισόδημα της Ελληνίδας και του Έλληνα από την ακρίβεια. Φτάνουμε στο σημείο, λοιπόν, όπου τα μέτρα είναι ελλιπή, είναι ψηφοθηρικά σε μεγάλο βαθμό και δεν συνοδεύονται από τους αναγκαίους ελέγχους, ώστε να μπορέσει να υπάρξει μία ισορροπία μεταξύ του τι πληρώνει το κράτος και τι πληρώνουν οι επιχειρηματίες που αισχροκερδούν. Αποφάσισε το κράτος για ψηφοθηρικούς λόγους να το πάρει όλο πάνω του, δημιουργώντας έτσι προβλήματα στα δημοσιονομικά της χώρας.
Σήμερα, βρισκόμαστε σε μία κατάσταση όπου αρχίζουν και συρρικνώνονται τα επιδόματα της πολιτείας, αφήνοντας απροστάτευτους τους πιο αδύναμους Έλληνες. Σε αυτό το σημείο, τα πράγματα είναι εξαιρετικά επικίνδυνα και στον επόμενο χειμώνα, με το ΠΑΣΟΚ, θα δώσουμε μάχη για να προστατευτούν αυτά τα στρώματα.
Ακούστε τη συνέντευξή μου στον ραδιοφωνικό σταθμό Nisi 93.9, με τον δημοσιογράφο Σάκη Βούτο: