Ο Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλος Γερουλάνος παρουσίασε το νομοσχέδιο για τον κινηματογράφο στην Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων στη Βουλή
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, Πρώτα από όλα θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους έχουν συμβάλει σε αυτήν την πολύ γόνιμη συζήτηση για το νομοσχέδιο. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι τοποθετήσεις ήταν πολύ παραγωγικές και, όπως θα δείτε, έχουν υιοθετηθεί πολλές από αυτές. Είναι εξαιρετικά αισιόδοξο ότι σε μια εποχή πολύ κρίσιμη για τον τόπο, η […]
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Πρώτα από όλα θα ήθελα να ευχαριστήσω όλους όσους έχουν συμβάλει σε αυτήν την πολύ γόνιμη συζήτηση για το νομοσχέδιο. Στη μεγάλη τους πλειοψηφία οι τοποθετήσεις ήταν πολύ παραγωγικές και, όπως θα δείτε, έχουν υιοθετηθεί πολλές από αυτές. Είναι εξαιρετικά αισιόδοξο ότι σε μια εποχή πολύ κρίσιμη για τον τόπο, η πολιτική και οι πολιτικές επιλογές που έχουμε μπροστά μας κινητοποιούν την συμμετοχή του κόσμου. Και είναι ακόμη πιο ενθαρρυντικό ότι αυτή η συζήτηση έγινε για ένα νομοσχέδιο που ελπίζει να καθορίσει το μέλλον του ελληνικού κινηματογράφου. Πιστεύω ότι αυτό έγινε για τρεις λόγους:
Ο πρώτος λόγος είναι ότι η τέχνη, όταν αναζητεί νέους δρόμους, εμπνέει μια διάθεση συμμετοχής των φορέων αλλά και του κόσμου. Ο δεύτερος είναι πιο συναισθηματικός και αφορά κάτι που και εμάς μας έκανε να δούμε αυτό το νομοσχέδιο με περίσσιο σεβασμό. Έχουν περάσει 24 χρόνια από το τελευταίο, το οποίο φέρει μια βαριά υπογραφή. Αυτή της Μελίνας Μερκούρη. Δύσκολα φέρνεις ένα νομοσχέδιο τέτοιας σημασίας χωρίς να δουλέψεις κάθε του πτυχή. Και τρίτον, διότι στην βάση του νομοσχεδίου βρίσκονται ερωτήματα τα οποία είναι εξαιρετικά σημαντικά και τα οποία πολύ συχνά δυσκολεύεται να απαντήσει η πολιτεία:
Τι πολιτισμό θέλουμε; Και πως θα εξασφαλίσουμε την ποιότητα της νέας δημιουργίας; Ποιος είναι ο ρόλος του κράτους; Και ως κράτος, τι πρέπει να περιμένουμε από τον πολιτισμό; Πώς θα τον χρηματοδοτήσουμε; Και πως θα εξασφαλίσουμε ότι, από τα χρήματα που δίνουμε, δεν θα σπαταλήσουμε τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου;
Είναι φυσικό ότι ένα νομοσχέδιο για την τέχνη, και ειδικά για τον κινηματογράφο αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προβληματικής για το ρόλο του Πολιτισμού σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης. Αλλά και μιας κρίσης αξιών και θεσμών. Με αυτό το σκεπτικό καταλήξαμε σε κάποιους στόχους για το νομοσχέδιο που θέσαμε ως πρωταρχικούς.
Πρώτον, βάλαμε σαν στόχο να εξασφαλίσουμε μια άμεση τόνωση της επένδυσης που γίνεται στον κινηματογράφο. Θέλαμε να εξασφαλίσουμε ότι την ώρα της κρίσης, το σύνολο των χρημάτων που πηγαίνουν σε αυτήν την τέχνη θα παρέμεναν σταθερά ή θα αυξάνονταν.
Δεύτερον, θέλαμε να εξασφαλίσουμε περισσότερες πηγές χρηματοδότησης της. Για δύο λόγους:
πρώτον, διότι αυτό θα οδηγούσε σε αύξηση κονδυλίων και δεύτερον, διότι ο πλουραλισμός της χρηματοδότησης θα οδηγούσε και σε μια διεύρυνση των κριτηρίων ποιότητας με τα οποία χρηματοδοτούμε τον κινηματογράφο. Τέλος, θέλαμε να βοηθήσουμε να μπει ένα τέλος στην γραφειοκρατία που οδήγησε σε σπατάλη, αδιαφάνεια και τη διαφθορά στο χώρο. Και μόνο αυτό να πετυχαίναμε θα καταφέρναμε να αυξήσουμε τα κονδύλια για τον κινηματογράφο.
Για να γίνει βέβαια αυτό χρειαζόμαστε θεσμούς που λειτουργούν και λογοδοτούν. Με αυτούς τους στόχους ξεκινήσαμε το Ν/Σ για τον κινηματογράφο και κάθε πρόταση που μας έχει έρθει την έχουμε αξιολογήσει με αυτά τα κριτήρια. Θεωρούμε, ότι σε μεγάλο βαθμό έχουμε επιτύχει τους στόχους τους οποίους θέσαμε.
Πρώτον, περισσότερα χρήματα για την παραγωγή και πολλαπλές πηγές χρηματοδότησης και ενίσχυσης. Αυτό πιστεύουμε ότι το πετύχαμε μέσα από:
Ένα νέο σύστημα ενίσχυσης από τον ειδικό φόρο, την αυξημένη χρηματοδότηση στο ΕΚΚ, και τη συμμετοχή της ΕΡΤ, των τηλεοπτικών σταθμών αλλά και, για πρώτη φορά, των παρόχων τηλεπικοινωνίας.
Αλλά το πιο σημαντικό μέτρο που προτείναμε προς αυτήν την κατεύθυνση, τα φορολογικά κίνητρα στους επενδυτές του κινηματογράφου, έχει ήδη ψηφιστεί. Είναι η πρώτη φορά που εισάγεται ένα τέτοιο σύστημα για την ενίσχυση του Πολιτισμού στη χώρα μας και η εφαρμογή του θα είναι μια μεγάλη πρόκληση.
Αλλά δεν σταματήσαμε εκεί διότι περισσότερα χρήματα χωρίς διαφάνεια και λογοδοσία θα ήταν πρόκληση για όσους έχουν κουραστεί να βλέπουν χρήματα να σπαταλιόνται. Η διαφάνεια επιτυγχάνεται μέσα από τη χρήση κλιμάκων μοριοδότησης και την εφαρμογή αυτόματου και αντικειμενικού συστήματος για τις ενισχύσεις από τον ειδικό φόρο και για τους παραγωγούς και για τις αίθουσες. Και η λογοδοσία ενισχύεται από ξεκάθαρες δομές και ασφαλιστικές δικλείδες στους δημόσιους φορείς που καθιστούν συγκεκριμένους ανθρώπους υπεύθυνους για συγκεκριμένες αρμοδιότητες. Δημιουργούμε νέους οργανισμούς με ξεκάθαρη δομή, διάκριση εξουσιών και ενισχυμένους μηχανισμούς λογοδοσίας.
Με αυτούς τους τρόπους πιστεύουμε ότι εξασφαλίζουμε και μια δικαιότερη κατανομή των χρημάτων. Παίρνουμε χρήματα από χώρους στους οποίου η κατανομή γινόταν με κριτήρια ρουσφετολογικά και τα αποδίδουμε στο ΕΚΚ. Παίρνουμε χρήματα από την προβολή και τα αποδίδουμε στη δημιουργία ενθαρρύνοντας την προβολή μέσα από τα ΜΜΕ. Παίρνουμε χρήματα από τους πολυκινηματογράφους και ενισχύουμε τους παραγωγούς και τις μικρές επιχειρήσεις προβολής προστατεύοντας έτσι κάποιες παραδόσεις μας.
Κύριες και κύριοι συνάδελφοι.
Πιστεύουμε βαθύτατα ότι πετύχαμε τους βασικούς μας στόχους με το νομοσχέδιο που καταθέσαμε. Όμως στην πορεία της διαβούλευσης ήρθαν στο τραπέζι ιδέες που ενίσχυσαν τους στόχους που είχαμε βάλει.
Επετεύχθη ένα γόνιμος συγκερασμός απόψεων σε αυτά που αφορούσαν τον ορισμό του ελληνικού έργου που διασφαλίζει τον πολιτιστικό μας πλούτο, αλλά θέτει και γερές βάσεις για την υποδοχή συμπαραγωγών. Απλοποιήσαμε το σύστημα ενισχύσεων από την επιστροφή του φόρου και δόθηκε μεγαλύτερη έμφαση στην προστασία των μικρών αιθουσών. Συμπεριλάβαμε το πλαίσιο των κυρώσεων στην περίπτωση μη εφαρμογής των διατάξεων του 1.5%. Ενισχύσαμε την ανεξαρτησία και τη λογοδοσία των διοικητικών συμβουλίων των θεσμών, αποδεχόμενοι την ανάγκη να ασκούν μεγαλύτερο έλεγχο στον ορισμό του Γενικού Διευθυντή, ο οποίος θα διορίζεται μετά από πρόταση τους. Αφαιρέσαμε το μητρώο παραγωγών από το νόμο. Επαναφέραμε το ελληνικό έργο στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης. Τέλος, έγιναν αρκετές άλλες βελτιώσεις μικρότερης σημασίας, οι οποίες ήταν προϊόν γόνιμου διαλόγου και εποικοδομητικής κριτικής.
Το νομοσχέδιο που συζητούμε σήμερα είναι βελτιωμένο και αυτό οφείλεται στην συζήτηση που έγινε.
Αλλά δεν σταματούμε εδώ. Έχουμε ακόμη δουλειά να κάνουμε πριν ψηφιστεί το νομοσχέδιο και αρκετή αφότου ψηφιστεί. Έχουμε ζητήσει προτάσεις για τροποποιήσεις ή βελτιώσεις στους πίνακες μοριοδότησης και εκκρεμεί η αποδελτίωση και επεξεργασία τους. Παρότι εμείς πιστεύουμε ότι ο ρόλος του σκηνοθέτη παραμένει κομβικός στην χρηματοδότηση ενός έργου – άλλωστε είναι σχεδόν αδύνατο να πληροί ένα έργο τα πρώτα κριτήριο χρηματοδότησης χωρίς αυτόν – είμαστε ανοιχτοί σε κάθε πρόταση που θα ενισχύσει περαιτέρω τον ρόλο του. Επίσης, θέλουμε να στηρίξουμε τους θερινούς κινηματογράφους. Και σήμερα ακόμη επεξεργαζόμαστε μια λύση για την ενίσχυση τους από τον ειδικό φόρο. Αυτά θα ενταχθούν στο παρόν νομοσχέδιο.
Ακόμη και αφού ψηφιστεί το νομοσχέδιο όμως υπάρχουν μια σειρά από παρεμβάσεις που θα ενισχύσουν ακόμη πιο πολύ την κινηματογραφική τέχνη στην Ελλάδα και έχουμε δεσμευτεί για αυτές. Θα αναζητήσουμε την καλύτερη δυνατή λύση για τη στήριξη και την ενίσχυση ενός ιστορικού οργανισμού, με τεράστια προσφορά στον κινηματογράφο και τον τόπο, της Ταινιοθήκης της Ελλάδος. Προσανατολιζόμαστε στη διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου για τη λειτουργία της που θα εξασφαλίζει και τη βιωσιμότητα του οργανισμού αλλά και το συμφέρον του Έλληνα φορολογούμενου.
Επίσης, στην εκπαίδευση:
Βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση του θεσμικού πλαισίου για τη λειτουργία των ανώτερων σχολών κινηματογράφου. Είναι σχεδόν έτοιμα τα δύο προεδρικά διατάγματα που απαιτούνται προκειμένου να αρχίσουν να λειτουργούν αναγνωρισμένες ανώτερες σχολές κινηματογράφου: Το Π.Δ. που αφορά τον κανονισμό οργάνωσης και λειτουργίας (περιλαμβάνεται και το πρόγραμμα σπουδών) και το Π.Δ. που αφορά τα προσόντα των καθηγητών. Βρισκόμαστε στη μέση μιας προσπάθειας συνολικής αναμόρφωσης της Πολιτικής για τον κινηματογράφο από την πλευρά της Πολιτείας και δεν θα σταματήσουμε με την ψήφιση του νόμου.
Θα κλείσω όμως με τα πράγματα που δεν θέσαμε, αυτά που παραλείψαμε εσκεμμένα, και όσα δεν αλλάξαμε παρά τις παρατηρήσεις που μας έγιναν. Και θα εξηγήσω γιατί. Αλλά για να το κάνω αυτό επιτρέψτε μου να ορίσω το πλαίσιο και το πρίσμα:
Σε πολλά ζητήματα αποφασίσαμε ότι πρέπει να τραβήξουμε τη γραμμή μεταξύ νομοθετικού πλαισίου και πολιτιστικής πολιτικής. Πολλές φορές στο παρελθόν, η νομοθετική διαδικασία οδηγούσε σε αναφορές οι οποίες δεν μπορούσαν να υλοποιηθούν ή παρέμεναν αίολες σε ότι αφορά τις ευθύνες που δημιουργούσαν είτε στην πολιτεία είτε σε τρίτους. Δημιουργούσαν ηθικές υποχρεώσεις χωρίς να περιγράφεται κανένας τρόπος παροχής ουσιαστικής υποστήριξης. Σε άλλες περιπτώσεις προσδιορίζεται ο τρόπος υλικής υποστήριξης, χωρίς επαρκή δικαιολογητική ή νομιμοποιητική βάση και χωρίς να προσδιορίζονται οι ουσιαστικές υποχρεώσεις που συναρτώνται από την υποστήριξη αυτή. Αυτοί είναι και οι λόγοι που δεν έγινε καμία αναφορά στο παρόν νομοσχέδιο για την Ταινιοθήκη, τις κινηματογραφικές λέσχες ή άλλους ανεξάρτητους οργανισμούς. Δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να κάνουμε. Αλλά όταν το κάνουμε δεν θα το κάνουμε στο πλαίσιο μιας μνείας αλλά καθορίζοντας συγκεκριμένες σχέσεις που εξασφαλίζουν από την μια την ανεξαρτησία των φορέων αλλά και από την άλλη τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου.
Τέλος, κάποια ζητήματα δεν περιγράφονται στο νόμο. Και υπάρχει σοβαρός λόγος που παραλείπονται. Ο κινηματογράφος και η οπτικοακουστική βιομηχανία αλλάζουν ραγδαία. Και στο μέλλον θα συνεχίσουν να αλλάζουν ακόμη περισσότερο, ακόμα πιο ραγδαία. Στην παραγωγή, τη διανομή, τον τρόπο και τις μεθόδους αλληλεπίδρασης με το κοινό. Το βέβαιο είναι, ότι ο θεατής θα αποκτά όλο και μεγαλύτερη δύναμη, όλο και μεγαλύτερη επιλογή στο που, πώς και τι θέλει να απολαύσει. Από την οθόνη IMAX μέχρι την οθόνη του iPod nano, από τη μικρή θερινή αίθουσα μέχρι το Video on demand και από τον μοναχικό συγγραφέα μέχρι τη συμμετοχική διαδικτυακή αφήγηση.
Είναι εξελίξεις που δεν μπορούν να προβλεφθούν από το νέο νόμο. Για αυτό το λόγο το ΕΚΚ γίνεται ένας σταθερός και ισχυρός βραχίονας για την πολιτική μας στον κινηματογράφο. Και είναι ο ρόλος του ΕΚΚ να μεριμνά για τους νέους δημιουργούς, τις ταινίες μικρού μήκους και την επένδυση στην ανάπτυξη σεναρίων.
Τέλος, σε ότι αφορά τους διανομείς πρέπει να επισημάνω ότι δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι το πλαίσιο της νέας οικονομίας για τον κινηματογράφο είναι ενιαίο. Αποτελείται από επιμέρους μέτρα σε αλληλεξάρτηση και αλληλεπίδραση. Για την επιβοήθηση της λειτουργίας των διανομέων προβλέπεται Διεύθυνση στο ΕΚΚ με εργαλεία που θα συνίστανται και σε υλική υποστήριξη και σε διαφημιστικό χρόνο καθώς και με επιμέρους προγράμματα. Είμαστε πεπεισμένοι ότι οι διανομείς θα απολαύσουν μεγαλύτερης και ουσιαστικότερης ενίσχυσης από τα επιμέρους μέτρα του νομοσχεδίου. Τόσο στους διανομείς όσο και στις αίθουσες συμβαίνουν αυτή την στιγμή μεγάλες αλλαγές. Δεν είναι δουλειά της πολιτείας να προσπαθήσει να προβλέψει τι θα συμβεί ούτε να προσπαθήσει να επιβάλει τη μία ή την άλλη εξέλιξη. Προσπαθήσαμε με τον νομοσχέδιο να δημιουργήσουμε ασφαλιστικές δικλείδες που αντιμετωπίζουν διαφορετικά τις μονές αίθουσες από τις πολυαίθουσες. Διαφορετικά τον μεγάλο διανομέα αμερικανικών ταινιών από τον μικρομεσαίο που προωθεί και τον ελληνικό κινηματογράφο. Δεν προσπαθήσαμε να αλλάξουμε την πορεία της εξέλιξης. Προσπαθήσαμε όμως να κάνουμε την εξέλιξη πιο σταδιακή ώστε να ενισχύσουμε τους πιο αδύναμους και να είμαστε σίγουροι ότι οι σημερινές εξελίξεις δεν είναι μια μόδα που θα πληγώσει τον κινηματογράφο διαχρονικά.
Αγαπητοί συνάδελφοι,
Θα κλείσω με ένα θέμα για το οποίο έχει χυθεί πολύ μελάνι και ίσως το θέμα για το οποίο το νομοσχέδιο έχει δημιουργήσει τις περισσότερες αντιδράσεις. Στα διοικητικά συμβούλια των φορέων δεν υπάρχουν αιρετοί. Και τα διοικητικά συμβούλια λογοδοτούν κατ’ ευθείαν στον υπουργό. Αποφασίζονται από αυτόν και λογοδοτούν σε αυτόν.
Θα εξηγήσω γιατί:
Το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είχαν Γενικές Συνελεύσεις. Αυτές οι Γενικές Συνελεύσεις είτε ήλεγχαν είτε ακόμη και διόριζαν μέλη Διοικητικών Συμβουλίων. Και είχαν σε μεγάλο βαθμό και την ευθύνη οικονομικού ελέγχου των φορέων.
Όμως αυτό το μοντέλο ελέγχου δεν λειτούργησε ποτέ. 24 χρόνια μετά είναι προφανές ότι πολλά χρήματα σπαταλήθηκαν μέσα σε ένα περίπλοκο πλέγμα ευθυνών και μικροσυμφερόντων μιας που συχνά ο χρηματοδότης δεν ήταν επαρκώς ανεξάρτητος από τον χρηματοδοτούμενο. Στις χαρές όλοι ήταν συμμέτοχοι και όλοι διεκδικούσαν μεγαλύτερο μέρος της δόξας και μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδοτικής πίτας. Στα δύσκολα όμως όλοι σφύριζαν αδιάφορά και όλοι έδειχναν ο ένας τον άλλον. Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου έχει σήμερα αρκετά εκατομμύρια έλλειμμα και κανείς δεν σηκώνει το χέρι του για να αναλάβει ευθύνες. Χρήματα του Έλληνα φορολογούμενου. Είπαμε λοιπόν κάτι απλό:
Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Ο Έλληνας φορολογούμενος όταν βλέπει αποτυχίες και σπατάλες δεν ρωτάει τους αιρετούς που πήγαν τα λεφτά του. Τον υπουργό ρωτάει και έτσι οφείλει να κάνει. Και σήμερα, σε μια περίοδο κρίσης για τον τόπο, σε μια περίοδο που ο Έλληνας δεν αντέχει να μας βλέπει να μην αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας, είμαστε εδώ να πούμε ότι την ευθύνη την αναλαμβάνουμε εμείς. Όλη την ευθύνη. Και λογοδοτούμε σε αυτόν. Και εδώ είμαστε. Αν στην πορεία αναγνωρίσουμε ότι δημιουργούνται συλλογικοί φορείς, υπεύθυνοι, με πλουραλισμό και δημοκρατικές διαδικασίες, με διαφάνεια και ουσιαστική εκπροσώπηση των ανθρώπων της τέχνης η πόρτα μας θα είναι πάντα ανοιχτή.
Και να συνεργαστούμε μπορούμε, και να δημιουργήσουμε και να ενισχύσουμε θεσμούς όπως βραβεία μπορούμε, και να ανοίξουμε την συμβουλευτική συμμετοχή τους σε θεσμικά όργανα μπορούμε. Μέχρι τότε όμως απέναντι στον Έλληνα φορολογούμενο αναλαμβάνουμε την ευθύνη και της επιτυχίας της πολιτικής μας αλλά και κάθε αποτυχίας όπως αυτό περιμένει από εμάς.
Είναι το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε τόσο σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης όσο και σε μια περίοδο που τα πράγματα είναι τόσο ρευστά για την κινηματογραφική τέχνη.
Σας ευχαριστώ.