Θέλω να διώξω τον φόβο από την Αθήνα
Συνέντευξη Παύλου Γερουλάνου στην εφημερίδα Φιλελεύθερος στη δημοσιογράφο Αλίκη Χατζή στο φύλλο της Παρασκευής 2 Νοεμβρίου 2018
Έξι χρόνια μετά από τη νύχτα που κάηκε το κέντρο της Αθήνας – ολοσχερώς το ιστορικό νεοκλασικό κτίριο του Ερνστ Τσίλερ, στη συμβολή της Σταδίου με τη Χρήστου Λαδά – και ακόμα στην πόλη ερείπια, αποκαϊδια τυλιγμένα σε λαμαρίνες και το κυριότερο, μια ζωντανή πνιγηρή ατμόσφαιρα που δεν λέει ν΄ αλλάξει και συνεχίζει τον εφιάλτη της καθημερινότητας: βρωμιά, ανομία, ναρκωτικά, παρεμπόριο. Η εικόνα εξαθλίωσης της πρωτεύουσας είναι εντελώς απαράδεκτη. Τολμώ να πω, αισχρή για πρωτεύουσα Ευρωπαϊκού κράτους. Τι μπορεί αλήθεια να κάνει ένας Δήμαρχος για να την διορθώσει; Διορθώνεται καταρχήν;
Σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας που περπατάω αυτόν τον καιρό ακούω την ίδια αγωνία: Η αίσθηση εγκατάλειψης κι ανασφάλειας έχει φτάσει σε οριακό σημείο και όλοι δηλώνουν «αναρμόδιοι». Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Όλοι είναι αρμόδιοι αλλά δεν συνεργάζονται.
Δεν πρόκειται για ελληνικό φαινόμενο. Όποια χώρα του κόσμου κατάφερε να λύσει τέτοια προβλήματα, που έμοιαζαν ανυπέρβλητα, το έκανε όταν οι αρχές συνεργάστηκαν μεταξύ τους και μαζί με τους πολίτες έσκυψαν πάνω στα προβλήματα. Όμως, κάποιος πρέπει να πάρει την πρωτοβουλία. Πιστεύω ότι αυτός είναι ο Δήμαρχος και ήταν ο κύριος λόγος που αποφάσισα να κατέβω στις εκλογές και να διεκδικήσω τον Δήμο των Αθηναίων. Για να μετατρέψουμε μια αρχή που σήμερα μοιάζει με απρόσωπη γραφειοκρατία σε ένα πολιτικό φορέα που θα κινητοποιήσει τους πολίτες και μαζί τους θα υποχρεώσει τις άλλες αρχές σε συνεργασία. Πως θα γίνει αυτό; Ξεκινώντας από τα μικρά. Παρεμβαίνοντας σε μια γειτονιά μπορείς να αλλάξεις μικρά πράγματα που όμως δίνουν την αίσθηση εγκατάλειψης όπως τα σπασμένα πεζοδρόμια, τα λερωμένα παγκάκια, η δυσοσμία, οι παράνομες αφισοκολλήσεις. Αυτό θα κάνει την αρχή. Με τις πρώτες αλλαγές που θα κάνεις μπορείς να πείσεις την γειτονιά ότι νοιάζεσαι και να την κινητοποιήσεις. Ο Δήμος με τους πολίτες μαζί μπορούν να γίνουν αφόρητη πίεση στο κεντρικό κράτος που αργά ή γρήγορα θα αντιδράσει. Και μαζί με το κεντρικό κράτος μπορείς να πάρεις τις πρωτοβουλίες που χρειάζεσαι για να λύσεις και τα μεγάλα.
Βεβαίως, η παρακμή της πρωτεύουσας συνδέεται με την γενικότερη παρακμή της χώρας, που ξεκίνησε με την χρεοκοπία. Αυτό που λείπει ,όμως, είναι η φωνή που θα εκφράσει πολιτικά αυτήν την κατάσταση για λογαριασμό της πόλης και του κοινού συμφέροντος των κατοίκων της. Πιστεύετε ότι μπορείτε να είστε αυτή η φωνή;
Έχω πει ξανά και ξανά ότι δεν διεκδικώ τον Δήμο της Αθήνας αλλά τον Δήμο των Αθηναίων. Γιατί; Διότι ο Δήμαρχος δεν πρέπει να είναι ένας μικρός πρωθυπουργός που διαχειρίζεται μια γραφειοκρατία αλλά ο άνθρωπος που βρίσκεται συνέχεια δίπλα στον Αθηναίο και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Που λύνει τα προβλήματα για να κινητοποιεί τους ανθρώπους της γειτονιάς και μαζί τους κινητοποιεί και τις άλλες δυνάμεις. Με αυτόν τον τρόπο δεν γίνεσαι μόνο η φωνή της πόλης. Γίνεσαι η φωνή των πολιτών. Αυτό είναι που σου δίνει την δύναμη να κάνεις πραγματικές αλλαγές.
Ας μιλήσουμε , για παράδειγμα, για την ανομία . Η απάντηση που εισπράττει σταθερά ο δημότης είναι ότι δεν υπάρχουν οι θεσμικοί τρόποι ν’ αντιμετωπισθεί από τον δήμαρχο. Αρκεί αυτή; Τι μπορεί να γίνει για να ακουστεί η φωνή των ανθρώπων που μένουν στην Αθήνα;
Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από αυτό που αναφέρετε. Πώς ξεκινάει η ανομία; Από την αίσθηση εγκατάλειψης. Σβήνει ένα φως και από κάτω μαζεύεται η πορνεία, το εμπόριο ναρκωτικών, οι μικροσυμμορίες που μας γεμίζουν ανασφάλεια. Όσο εντείνεται η ανασφάλεια τόσο περισσότερο εγκαταλείπεται η γειτονιά, τόσο από τους κατοίκους όσο και από τις υπηρεσίες του Δήμου. Όπως σε οδούς που τα απορριμματοφόρα του Δήμου αρνούνται να μπουν από φόβο. Οι κάτοικοι ή φεύγουν ή παραιτούνται από την προσπάθεια να κρατήσουν την γειτονιά τους ανθρώπινη και το σπιράλ «εγκατάλειψη-ανομία-παραίτηση» συνεχίζει την καθοδική του πορεία. Η δική μου προσέγγιση; Μια συμμαχία του Δήμου με τους δημότες που θα υποχρεώσει τις άλλες εξουσίες να ακολουθήσουν. Διότι καμιά φορά οι λύσεις είναι πιο απλές από ό,τι νομίζουμε. Φτάνει να είσαι έτοιμος να κάνεις ένα βήμα μπροστά και να πεις: «Αφού νοιαζόμαστε κι οι δύο, έλα μαζί να αλλάξουμε την Αθήνα».
Ο λόγος σας, η πολιτική σας εμφάνιση, παραπέμπουν στον πολιτικό ρομαντισμό μιας άλλης, ξεχασμένης πια λόγω κρίσης, πολιτικής εποχής. Έχετε επίγνωση πως εκτός από τις απαραίτητες συνθέσεις, για να σωθεί η Αθήνα θα χρειαστούν και συγκρούσεις; Ακόμη και για την συγκομιδή των σκουπιδιών, για παράδειγμα…
Όσο οι Έλληνες πιστεύουμε ακόμα στη δημοκρατία θα υπάρχει μέσα μας η πεποίθηση ότι η πολιτική έχει ρόλο καθώς και η ελπίδα ότι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα. Αν αυτό λέγεται πολιτικός ρομαντισμός τότε πρέπει να τον προστατεύσουμε με νύχια και με δόντια διότι όταν χαθεί η ελπίδα τότε κινδυνεύει η δημοκρατία. Ήδη βρισκόμαστε σε οριακό σημείο διότι από τη μία η εμπιστοσύνη του πολίτη στους πολιτικούς είναι πλέον μηδαμινή και από την άλλη ο πολιτικός μας κόσμος έχει γίνει απόλυτα κυνικός. Πώς όμως προστατεύουμε την ελπίδα; Με σκληρές συγκρούσεις. Συγκρούσεις με τα μικρά και μεγάλα συμφέροντα που σήμερα μας κρατούν καθηλωμένους, που δεν θέλουν τίποτα να αλλάξει. Χρειάστηκε να συγκρουστώ όταν ανέλαβα τη διοίκηση της εταιρίας μου και μαζί με τους εργαζόμενους, την σώσαμε από βέβαιη χρεοκοπία. Στο υπουργείο πάλι όταν τα έβαλα με τα συμφέροντα του ποδοσφαίρου, αλλά και όταν χρειάστηκε να σώσουμε τους χρεοκοπημένους φορείς του υπουργείου που οι προηγούμενες διοικήσεις είχαν αφήσει στο έλεος τους. Ποτέ δεν φοβήθηκα τη σύγκρουση όταν είχα με το μέρος μου το δίκιο και τον κόσμο. Διότι ήξερα ότι τέτοιες μάχες δεν χάνονται.
Προέρχεστε από μία γνωστή οικογένεια, πολλά μέλη της οποίας έγιναν διακεκριμένοι επιστήμονες και πολιτικοί. Εσείς υπήρξατε ανάμεσα στα άλλα και Υπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού σε δύο κυβερνήσεις. Θα μπορούσε να πει κάποιος, «ναι, εντάξει όλα αυτά, αλλά χρειάζεται και γνώση τοπικής αυτοδιοίκησης»! Τι θα του απαντούσατε;
Οι πολιτικές προκλήσεις, όπως και κάποιες διαχειριστικές, έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Το πρώτο που πρέπει να κάνεις είναι να βρεις τη ρίζα, την πηγή του προβλήματος. Πόσες φορές οι πολιτικοί μας κάνουν πασαλείμματα διότι δεν καταλαβαίνουν, ή δεν θέλουν να καταλάβουν, ότι το πρόβλημα έχει βάθος; Αυτό είναι το έργο ενός σωστού κεντρικού επιτελείου. Το δεύτερο είναι να είσαι ανοιχτός σε προτάσεις τόσο από ειδικούς όσο και από τους ανθρώπους που βιώνουν το πρόβλημα. Πάντα πίστευα ότι οι λύσεις βρίσκονται ανάμεσά μας διότι αυτός που βιώνει το πρόβλημα είναι συχνά και αυτός που γνωρίζει καλύτερα πώς μπορεί να λυθεί. Και τέλος πρέπει να συνθέσεις τις καλύτερες λύσεις. Κανένας από εμάς δεν γεννήθηκε υπουργός, δήμαρχος ή μάνατζερ. Κάποιοι όμως ξεχωρίζουν διότι η δυνατότητά τους να χτίζουν ομάδες, να πηγαίνουν στην πηγή του προβλήματος και να συνθέτουν λύσεις είναι μοναδική. Γι’ αυτό σε μια εκλογική αναμέτρηση κρίνεσαι από το ψηφοδέλτιο και το πρόγραμμα, δηλαδή, τις ιδέες και τους συνεργάτες σου.