-Ο εκσυγχρονισμός, ήταν ένα πρόγραμμα αρκετών και συμπυκνωμένων μεταρρυθμίσεων, το οποίο η ελληνική κοινωνία χρειάζεται για δύο λόγους. Πρώτον, διότι δομήσαμε το κράτος με λάθος τρόπο από την αρχή, με αποτέλεσμα σήμερα να τρέχουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται, για να διορθώσουμε τα λάθη που υπάρχουν. Και δεύτερον, γιατί η εποχή μας αλλάζει γρήγορα. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις και απαιτείται τόλμη για αυτές, αλλά η Κυβέρνηση αδυνατεί να το αντιληφθεί.

Όλοι θέλουν να βάλουν μία ταμπέλα σε αυτό που κάνουν, αλλά το ερώτημα είναι, αν κάνουν πραγματικά όσα λένε. Διότι δεν έχω δει μία μεγάλη μεταρρύθμιση του κ. Μητσοτάκη. Αν τον ρωτήσετε, θα σας πει την ψηφιοποίηση, η οποία είναι κάτι που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια και ναι μεν έχει φτάσει σε καλό σημείο, αλλά παραμένει μία ψηφιοποίηση η οποία ούτε αλλάζει πραγματικά το πώς λειτουργεί το Δημόσιο, ούτε αλλάζει τη σχέση του πολίτη με τον Υπουργό. Πρόκειται για μία ψηφιοποίηση που απλώς αποτυπώνει ηλεκτρονικά την υπάρχουσα γραφειοκρατία. Άρα, δεν υπάρχει μεταρρυθμιστική ατζέντα στη ΝΔ. Δείτε, για παράδειγμα, τα φορολογικά τους Νομοσχέδια, τα οποία είναι απλώς μία διεύρυνση της φορολογικής βάσης.

Μεταρρύθμιση σημαίνει να κάνεις τις αλλαγές που χρειάζονται σε κάτι που λειτουργεί λανθασμένα, ώστε να λειτουργεί σωστά. Συνήθως, γνώμονας μιας μεταρρύθμισης είναι κατά πόσον αναβαθμίζει τη ζωή του πολίτη και δεν υπάρχουν δομικές αλλαγές που να έχουν γίνει στη χώρα τον τελευταίο καιρό οι οποίες να οδηγούν σε μία αναβάθμιση.

Η ιδιωτικοποίηση των Πανεπιστημίων θα αλλάξει την αγορά της Παιδείας. Άρα, ανοίγει την αγορά της Παιδείας σε περισσότερους “παίχτες” απ’ ό,τι στο Δημόσιο. Η συζήτηση για το πώς ανοίγει μία αγορά μπορεί να κρατήσει ώρες, διότι αν δεν τεθούν ασφαλιστικές δικλείδες για το πώς θα γίνει, θα γίνει λάθος. Το αποτέλεσμα; Να πληρώνουν τα παιδιά πολλά χρήματα, χωρίς να παίρνουν εκπαίδευση. Πρώτον, διότι δεν έχουμε παραδείγματα ιδιωτικών Πανεπιστημίων τα οποία έχουν δουλέψει καλά και δεύτερον, διότι μιλάμε για ένα κράτος το οποίο δεν μπορεί να θέσει standards ούτε για το δημόσιο Πανεπιστήμιο, πόσο μάλλον για ένα ιδιωτικό.

Αντίθετα, μεταρρύθμιση θα είχαμε εκεί όπου γνωρίζουμε ότι έχουμε ένα πρόβλημα, όπως είναι στην πρωτοβάθμια και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, διότι εκεί το σύστημα είναι αρτηριοσκληρωτικό και αφήνει αρκετά παιδιά απέξω. Το εκπαιδευτικό σύστημα έχει ανάγκη να αλλάξει, έτσι ώστε ένα παιδί που μαθαίνει με διαφορετικό τρόπο, να μπορεί να βρει το σχολείο το οποίο τού ταιριάζει. Αυτή θα ήταν μία πραγματική μεταρρύθμιση. Στη περίπτωση που εισέλθουν ιδιώτες θα υπάρξει μία διεύρυνση της αγοράς. Πραγματική μεταρρύθμιση όμως, είναι να δοθούν επιλογές, έτσι ώστε τα παιδιά να μπορούν να έχουν την Παιδεία που χρειάζονται.

Στο ΠΑΣΟΚ έχουμε πει ότι «δεν είμαστε δογματικοί, αλλά προτάσσουμε την αναβάθμιση του δημόσιου Πανεπιστημίου». Δεν μπορεί να γίνει λόγος για οποιαδήποτε αλλαγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, αν δεν πείσει πρώτα το κράτος ότι μπορεί να θέσει τα standards με τα οποία θα κρίνει οποιονδήποτε μπει μέσα σ’ αυτήν τη διαδικασία.

-Το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ ανεβαίνει, δείχνει ότι η αντιπολίτευσή μας να επιμένουμε να μην ανεβάζουμε τους τόνους, αλλά να έχουμε αιχμηρή αντιπολίτευση με προτάσεις, είναι η σωστή. Μπορεί να είναι διαφορετικό το είδος της αντιπολίτευσής μας, αλλά σταδιακά έχει αντίκρισμα στον κόσμο. Το γεγονός πως υπάρχει μία συμμετρία μέσα στο πολιτικό σκηνικό και η ΝΔ είναι κυρίαρχη σε αυτό το παιχνίδι, μας προβληματίζει και αναζητούμε τι πρέπει να προτάξουμε στον λόγο μας, ώστε να πείσουμε περισσότερο κόσμο ότι το σχέδιό μας είναι αυτό που χρειάζεται η χώρα.

Ακόμη κι αν προσθέσουμε τα ποσοστά των 2 κομμάτων, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, πάλι θα υπολείπονται του ποσοστού της ΝΔ. Άρα, δεν γίνεται να είναι μία πράξη πρόσθεσης. Για να μην είναι πράξη πρόσθεσης, αλλά να είναι πράξη πολλαπλασιασμού, χρειάζεται ένα πρόγραμμα το οποίο θα εμπνέει τον κόσμο ότι μπορεί να δοθεί μία εναλλακτική σε αυτό το μοντέλο, το οποίο κυριαρχεί σήμερα με τη ΝΔ. Το ΠΑΣΟΚ έχει δρόμο να διανύσει, μέχρι το πρόγραμμά μας το οποίο έχουμε ξεκινήσει να ξετυλίγουμε, καταφέρει να πείσει τον κόσμο ότι είμαστε άξιοι να μάς εμπιστευτεί.

Από εκεί και πέρα όμως, οι συνεργασίες για εμένα μπορούν να υπάρξουν, όταν μιλάμε για τη βάση. Για παράδειγμα, συνεργάστηκα με τον κ. Ηλιόπουλο στον Δήμο Αθηναίων, όπου φέραμε μία κοινή πρόταση, για να μειωθούν τα δημοτικά τέλη. Ο κ. Μπακογιάννης την απέρριψε αρχικά, έπειτα την υιοθέτησε και μάλιστα την υιοθέτησε ως δική του. Σημασία όμως έχει πως βρήκαμε πεδίο στο οποίο μπορούσαμε να συμφωνήσουμε. Αυτό, βέβαια, δεν μπορεί να σημαίνει ότι το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν την ίδια αντιμετώπιση σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Δηλαδή, από το ειδικό δεν μπορούμε να πάμε εύκολα στο γενικό. Το ΠΑΣΟΚ, ιστορικά, έχει πρωτοστατήσει στη χειραφέτηση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και στην ενδυνάμωσή της με γνώση, με χρήματα, με εξουσίες. Αντίθετα, όσο κυβερνούσε ο ΣΥΡΙΖΑ τουλάχιστον, το μοναδικό Νομοσχέδιο που πέρασε για αυτήν, ήταν ένα Νομοσχέδιο χειραγώγησής της. Υπάρχει μία συγκεκριμένη διαφορά σε ένα ουσιαστικό θέμα, για την οποία δεν μοιάζει να υπάρχει χώρος, ώστε να μπορεί να γεφυρωθεί.

Υπάρχουν συλλογικοί χώροι όπως είναι τα Επιμελητήρια, οι συνδικαλιστικοί φορείς, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπου μπορεί να υπάρξει έδαφος συζήτησης και συνεννόησης μεταξύ των κομμάτων. Το γεγονός πως υπάρχει στη βάση ένα επίπεδο συνεργασίας, δεν σημαίνει πως μπορεί την άλλη μέρα να κλειστεί στα γραφεία της Χαριλάου Τρικούπη και της Κουμουνδούρου, ελπίζοντας πως αυτό θα πολλαπλασιάσει τα ποσοστά μας και θα κερδίσουμε στις επόμενες εκλογές τη ΝΔ.

-Οι υποκλοπές είναι θέμα το οποίο αφορά τη Δημοκρατία και η τραγωδία των Τεμπών είναι ένα θέμα το οποίο αφορά σε βάθος το πώς διοικείται το κράτος. Δε χρειάζεται να είναι κανείς παραταξιακός του ΠΑΣΟΚ ή του ΣΥΡΙΖΑ, για να αντιληφθεί πως υπάρχει ένα πρόβλημα Δημοκρατίας και διοίκησης. Η συμφωνία συνεργασίας για τη διαλεύκανση αυτών των υποθέσεων, θεωρώ πως είναι η απόλυτη βάση για να ειπωθεί ότι υπάρχει κάποιο επίπεδο συζήτησης. Εφόσον δεν μπορεί να γίνει συζήτηση γι’ αυτά τα ζητήματα, σημαίνει πως θα είχαμε διαφορετικές απόψεις σε πολύ ουσιαστικά θέματα, όπως είναι η Δημοκρατία και η διοίκηση του κράτους.

-Το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ένα κόμμα διαμαρτυρίας, είναι ένα κόμμα εξουσίας. Αυτό σημαίνει ότι πιστεύουμε πώς η εφαρμογή του προγράμματός μας, θα πάει τη χώρα μπροστά. Το γεγονός ότι έχουμε δρόμο μπροστά μας για να πείσουμε τις Ελληνίδες και τους Έλληνες πως αυτά που λέμε μπορούν να φέρουν ένα καλύτερο αποτέλεσμα στη χώρα από αυτό που έχει φέρει η ΝΔ, είναι και θέμα χρόνου και θέμα συγκυρίας.

Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, είναι μια πραγματικά μεταρρυθμιστική ατζέντα, η οποία θα αλλάζει προς το καλύτερο την ποιότητα ζωής των Ελληνίδων και των Ελλήνων.

-Η πορεία του κ. Κασσελάκη μέχρι στιγμής, είναι «θολή». Δίνει αμφίσημα μηνύματα προς τα πού πάει. Δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται σε όλες τις προεκτάσεις του την ελληνική πραγματικότητα. Είδαμε την ομιλία προς το ΣΕΒ, όπου είπε, κουνώντας το δάχτυλο σε έναν βαθμό: «μην έρθει κανένας από εσάς για πρόσβαση». Ωραίο ακούγεται, με τη μόνη διαφορά ότι το κράτος έχει φτιάξει το σύστημα έτσι, ώστε όλοι οι επιχειρηματίες να πρέπει να καταλήξουν στο γραφείο του Υπουργού. Δεν υπάρχει επιχειρηματίας, και το λέω ως επιχειρηματίας ο ίδιος, ο οποίος να επιθυμεί να είναι στο Υπουργείο από το πρωί μέχρι το βράδυ, για να λύσει τα ζητήματά του. Μέχρι και το σύστημα Ψηφιοποίησης οδηγεί τον επιχειρηματία στο Υπουργείο. Άρα, αν νομίζει ο κ. Κασσελάκης πως ο κόσμος πάει στον Υπουργό επειδή το θέλει, τότε δεν έχει καταλάβει τι συμβαίνει στην Ελλάδα.

-Ξέρετε γιατί οι προοδευτικές δυνάμεις είναι κατά της θανατικής ποινής; Διότι, ενώ μπορείς να συγχωρέσεις το λάθος ενός ανθρώπου, δεν πρέπει να συγχωρέσεις το λάθος ενός κράτους. Ένα κράτος πρέπει να είναι πολύ πιο αυστηρό με τον εαυτό του. Τι θα αποτελούσε πραγματική φορολογική μεταρρύθμιση; Να κυνηγήσεις το εισόδημα. Αντίθετα, κυνηγάμε το επάγγελμα, κάτι που δεν οδηγεί σε Δικαιοσύνη. Αυτό οδηγεί σε ένα μικρότερο έγκλημα. Το φορολογικό μέτρο είναι οριζόντιο. Η πραγματική δουλειά που έχει να κάνει το κράτος, είναι να δημιουργήσει συστήματα για την εξακρίβωση και διασταύρωση στοιχείων, ώστε να μπορεί να δει αν αυτό που δηλώνει ο πολίτης ισχύει, ή κάτι δεν πάει καλά, οπότε και να τον φορολογήσει αντίστοιχα.

Το κράτος τώρα λέει, «για να είσαι κομμωτής, σημαίνει ότι βγάζεις τόσα», το οποίο δεν έχει λογική. Μπορεί κάποιος να δουλεύει λιγότερες ώρες, μπορεί κάποιος να μη δουλεύει καθόλου το συγκεκριμένο μήνα.

Το κράτος λέει πως, αν ο επαγγελματίας θεωρεί πως αδικείται, μπορεί να διεκδικήσει το δίκιο του. Η Κυβέρνηση γνωρίζει καλά όμως, πως το να βρεις το δίκιο σου απέναντι στο ελληνικό κράτος, είναι χειρότερο από το να πας να λύσεις ένα θέμα σου με το Υπουργείο. Παίρνει πολύ καιρό και κοστίζει πολλά χρήματα. Βολικό, αλλά ας μην ονομάζεται μεταρρύθμιση.

Το πρόβλημα της διοίκησης δεν ξεκίνησε χθες με αυτήν την Κυβέρνηση και δεν θα τελειώσει με αυτήν, πρόκειται για ένα πολύ πιο βαθύ πρόβλημα. Ένα από τα στοιχεία του, είναι ότι αντιμετωπίζει μονίμως τον πολίτη ως παράνομο. Ενώ, αντίθετα, το κράτος βάζει συνέχεια νερό στο κρασί του σε ό,τι αφορά τη νομιμότητά του. Ένα τέτοιο κράτος δεν μπορεί να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, με αποτέλεσμα ο κόσμος να κάνει ό,τι είναι δυνατόν, για να λειτουργήσει εναντίον του. Άρα, αν θέλουμε μια πραγματική μεταρρύθμιση, πρέπει να ξεκινήσουμε με εμπιστοσύνη στον πολίτη, την οποία να την αμφισβητούμε μόνο όταν υπάρχουν στοιχεία εναντίον του.

Τα πρόστιμα της Κυβέρνησης στις πολυεθνικές, σχετικά με τον πληθωρισμό στα τρόφιμα, ήρθαν πολύ αργά. Η Κυβέρνηση άρχισε να αποδέχεται ότι υπάρχει ακρίβεια μετά τον πόλεμο της Ουκρανίας. Η πραγματικότητα είναι ότι η ακρίβεια ξεκίνησε 6 μήνες πριν, το φθινόπωρο του 2021, κάτι που εμείς παρακολουθούσαμε να εξελίσσεται στις εφοδιαστικές αλυσίδες. Οι εφοδιαστικές αλυσίδες είχαν ήδη μπλοκάρει και αυξάνονταν οι τιμές. Υπήρχαν οι οικονομολόγοι, θα συμφωνήσω εδώ με την Κυβέρνηση, που έλεγαν: «μην ανησυχείτε, θα πέσει ο πληθωρισμός», το οποίο έλεγε και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Έπειτα, ήρθε ο πόλεμος στην Ουκρανία και άλλαξαν τα πάντα.

Η Κυβέρνηση είπε πως θα πάρει μέτρα τον Μάρτιο-Απρίλιο και ουσιαστικά τα πήρε τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς. Χάθηκε ήδη ένας χρόνος όπου το εισόδημα των ελληνικών νοικοκυριών είχε συρρικνωθεί. Η Ελλάδα έχει ένα πρόβλημα ελέγχων της αγοράς. Χωρίς ελέγχους, οι τιμές αυξάνονται πολύ γρήγορα, γιατί όλοι στην εφοδιαστική αλυσίδα προσπαθούν να προλάβουν τον επόμενο που θα τους αυξήσει τις τιμές και οι τιμές πέφτουν πολύ αργά, μόλις αλλάξει το κλίμα. Οι έλεγχοι θα βοηθούσαν στην καθυστέρηση της αύξησης και στην επιτάχυνση της πτώσης. Με αποτέλεσμα να έχουμε ένα ροκάνισμα του εισοδήματος των ελληνικών νοικοκυριών, πέρα από αυτό που δείχνει η ευκαιριακή σύγκριση που κάνει η Κυβέρνηση, δηλαδή τόσο ο πληθωρισμός εδώ, τόσο ο πληθωρισμός εκεί. Σε εμάς έχει διαρκέσει πάρα πολύ και σε υψηλά επίπεδα και αυτό έχει μειώσει την αγοραστική δύναμη των Ελλήνων.

Δείτε εδώ τη συνέντευξή μου στο διαδικτυακό κανάλι Naftemporiki TV, με τη δημοσιογράφο Νικόλ Λειβαδάρη:

Αλλάξτε τις ρυθμίσεις των cookies για να δείτε το video